Εν μέσω δεύτερου lockdown -που είναι κάτι που όχι απλά απευχόμασταν, αλλά κάποιοι από εμάς δεν το βλέπαμε καν να φτάνει ξανά στη ζωή μας- η ψυχολογία μας και πάλι αλλάζει. Είμαι βέβαιη ότι όπως κι εγώ, έτσι κι εσείς θα έχετε ακούσει ή και πει “αυτή η καραντίνα δεν είναι σαν την πρώτη”.
Δε φοβόμαστε τόσο τον ιό; Δεν φοβόμαστε τόσο μήπως κολλήσουμε ή νοσήσουμε ή αισθανόμαστε ότι τώρα πια όλα θα πάνε καλά; Τι διαφορετικό έχει, τελικά, αυτή η καραντίνα;
Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά που ορίζουν μια όμορφη και ισορροπημένη παιδική ηλικία είναι η σταθερότητα και η συνέπεια. Θα λέγαμε μαζί και τα όρια, αλλά και η οικειότητα με τους ανθρώπους που ζούμε κοντά τους μεγαλώνοντας. Η σταθερότητα και η συνέπεια μας δημιουργούν την αίσθηση της εμπιστοσύνης, και μαζί με τα όρια και την οικειότητα, ένα παιδί νιώθει δυνατό σε κάθε του βήμα.
Αυτές οι δομικές συνθήκες συνεχίζουν να μας ακολουθούν και στην ενήλικη ζωή, καθώς βλέπουμε ότι και ο ενήλικας άνθρωπος τις έχει ανάγκη στις σχέσεις του για να ζει μια ισορροπημένη και αρμονική ζωή.
Όλα αυτά μαυρίζουν και θολώνουν όταν έρχεται κάτι άγνωστο, μη οικείο και τόσο δυνατό που κλυδωνίζει κάθε κομμάτι της καθημερινότητάς μας, την οντότητάς μας, της ύπαρξής μας. Οι άνθρωποι που έχουν μεγαλώσει με γερές βάσεις και ασφάλεια θα μπορέσουν πιο γρήγορα και σχετικά εύκολα να περάσουν μέσα από τα στάδια της αλλαγής και να βγουν πιο δυνατοί από την αίσθηση της απώλειας που προκαλείται από τη μετάβαση από μία κατάσταση σε μία άλλη.
Κάποιοι έχουν παραμείνει φοβισμένοι και κάποιοι βρήκαν τους νέους τρόπους να υπάρχουν κι έτσι η δεύτερη καραντίνα δε φαντάζει το ίδιο τρομακτική και παραλυτική
Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την πανδημία του κορωνοϊού, που φτάνοντας στην χώρα μας τον Φεβρουάριο τάραξε για τα καλά τα νερά της καθημερινότητας μας, των συνηθειών μας, της ρουτίνας μας αλλά και τις δραστηριότητες και επιλογές μας που μας προσφέρουν ασφάλεια και την αίσθηση του οικείου. Μια ρουτίνα που άλλαξε άρδην κι εμείς βρεθήκαμε απέναντι σ’ ένα πέπλο που σκέπασε σχεδόν ό,τι θύμιζε τη μέχρι τώρα ζωή μας. Άλλαξε τα συναισθήματά μας και την διάθεσή μας, μας αποσυντόνισε και μας άγχωσε. Σαν ένας χωρισμός από έναν μεγάλο έρωτα ή μία δυνατή απώλεια αγαπημένου προσώπου.
Όλες οι παραπάνω καταστάσεις, έτσι και αυτή του ερχομού της πανδημίας, ενέχουν και γεννούν την ίδια σημαντική ανάγκη (προς επιβίωση) που δεν είναι άλλη από την αποδοχή μιας νέας, διαφορετικής ζωής.
Η πρώτη καραντίνα ήταν το πρώτο σοκ, η πρώτη αντίδραση άρνησης και θυμού ότι η ζωή μας αλλάζει. Και όχι μόνο ήρθαν τα πάνω κάτω, αλλά εμείς έπρεπε να βρούμε νέους τρόπους να ζούμε, να λειτουργούμε, να συνυπάρχουμε και να υπάρχουμε, μέσα σε μία καινούρια πραγματικότητα, ενώ παράλληλα θρηνούσαμε, ακόμα, την παλιά μας ζωή.
Είναι μια άγνωστη καινούργια πραγματικότητα και καθετί άγνωστο μοιάζει τρομακτικό. Αναπτύξαμε λοιπόν φοβίες, αυξήθηκε το άγχος μας και μειώθηκε η διάθεσή μας, καθώς ο μηχανισμός αυτοπροστασίας μας και επιβίωσης ενεργοποιήθηκε.
Κάποιοι έχουν παραμείνει φοβισμένοι και κάποιοι βρήκαν νέους τρόπους να υπάρχουν, οπότε η δεύτερη καραντίνα δε φαντάζει το ίδιο τρομακτική και παραλυτική. Το έχουμε ξαναδεί το έργο κι ας έχει σημεία που ακόμα μας τρομάζουν. Είμαστε όμως πιο έτοιμοι να τα αντιμετωπίσουμε.
Και για όσους αισθάνονται ότι ο χρόνος και η εξοικείωση με τη νέα μας ζωή τους αγχώνει και τους φοβίζει πιο πολύ κι από πριν, θα ήταν σημαντικό να ζητήσουν στήριξη και τις συμβουλές ενός ειδικού, ώστε να μπορέσουν να αναπτύξουν τους μηχανισμούς επιβίωσης που ενδεχομένως να μην είχαν χτίσει ποτέ.
Το άρθρο της Ίριδας Κρέμερ δημοσιεύτηκε στο lifemade.gr στις 16 Νοεμβρίου.