Η 25η Νοεμβρίου έχει ανακηρυχθεί από τον ΟΗΕ Διεθνής Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών, αναδεικνύοντας ένα σημαντικό πρόβλημα με παγκόσμια διάσταση. Το σύνολο σχεδόν των γνωστών κοινωνιών, στον ένα ή στον άλλο βαθμό, ακόμα και αν δεν ορίζεται ρητά από το σύνταγμα και τους νόμους τους, είναι πατριαρχικές. Οι πατριαρχικές κοινωνίες χαρακτηρίζονται από τη δομική βία. Πρόκειται για βία χωρίς σαφή δράστη, ενσωματωμένη και εγγενή στη δομή μιας κοινωνίας. Συνθετικά συστατικά της είναι εν γένει η εξουσία και η ανισότητα.
Η Βία Κατά των Γυναικών
Η δομική βία έχει συχνά ως στόχο τις γυναίκες και συντηρείται μέσω της κοινωνικοποίησης των φύλων, της δημιουργίας έμφυλων προκαταλήψεων και της συνεχούς απειλής βίας, παράγοντες οι οποίοι συνολικά θέτουν τις γυναίκες σε κατώτερη θέση και επηρεάζουν τις ενέργειές τους σε όλα τα επίπεδα. Η δομική βία νοείται ως κοινωνική εκμετάλλευση και άνιση εξουσία (και, κατ’ επέκταση, άνισες ευκαιρίες στη ζωή), στοιχεία τα οποία εντάσσονται στην έμφυλη κοινωνική τάξη.
H βία κατά των γυναικών συνιστά παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αποτελεί ακραία μορφή διάκρισης.
Όσον αφορά τη βία κατά των γυναικών, η διαρθρωτική ανισότητα και η έλλειψη ισορροπίας στην εξουσία δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την κοινωνική υποταγή τους. Συνιστά, κατά συνέπεια, παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αποτελεί ακραία μορφή διάκρισης κατά γυναικών. Συμπεριλαμβάνει όλες τις πράξεις βίας που συνδέονται με το φύλο και οι οποίες προκαλούν ή ενδέχεται να προκαλέσουν σε γυναίκες σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική, οικονομική βλάβη ή οδύνη, αλλά και απειλές για τέτοιες πράξεις, τον εξαναγκασμό ή την αυθαίρετη στέρηση της ελευθερίας, είτε αυτές οι βίαιες πράξεις ασκούνται στο πλαίσιο της δημόσιας είτε της ιδιωτικής σφαίρας της ζωής.
Ένα Σύνθετο Πρόβλημα
Η βία αποτελεί σύνθετο πρόβλημα που έχει τις ρίζες του στην αλληλεπίδραση πολλών παραγόντων, κοινωνικών, πολιτιστικών, οικονομικών, θρησκευτικών και πολιτικών. Συμπεριλαμβάνει όλες τις πράξεις βίας που συνδέονται με το φύλο και οι οποίες προκαλούν ή ενδέχεται να προκαλέσουν σε γυναίκες και κορίτσια σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική, οικονομική βλάβη ή οδύνη.
Η βία αποτελεί σύνθετο πρόβλημα που έχει τις ρίζες του στην αλληλεπίδραση πολλών παραγόντων, κοινωνικών, πολιτιστικών, οικονομικών, θρησκευτικών και πολιτικών.
Συμπεριλαμβάνει ακόμα και απειλές για τέτοιες πράξεις, όπως και τον εξαναγκασμό ή την αυθαίρετη στέρηση της ελευθερίας, είτε αυτές οι βίαιες πράξεις ασκούνται στο πλαίσιο της δημόσιας είτε της ιδιωτικής σφαίρας της ζωής. Το σημαντικό χαρακτηριστικό της βίας κατά των γυναικών είναι ένα καταχρηστικό πρότυπο συμπεριφοράς, που εφαρμόζεται με την πάροδο του χρόνου εντός ή εκτός της οικογένειας.
Δεν επηρεάζει μόνο την ψυχική υγεία των γυναικών και των κοριτσιών και τα κοινωνικά τους δίκτυα, αλλά τους στερεί επίσης τις ευκαιρίες για μελλοντική προσωπική, κοινωνική και οικονομική εξέλιξη.
Ασύλληπτη Βιαιότητα Κατά των Γυναικών Προσφυγισσών
Οι γυναίκες πρόσφυγες, οι προσφύγισσες, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο έκθεσης σε βία, λόγω κοινωνικού αποκλεισμού και συχνά οικογενειακού εγκλεισμού ή ευρύτερων διακρίσεων στην καθημερινή ζωή, παράλληλα με το πλήθος σχετικών αναχρονιστικών παραδόσεων και έμφυλων στερεοτύπων που τις συνοδεύουν.
Έτσι, δεν είναι περίεργο ότι, όταν αναφερόμαστε σε αυτές, η συνθήκη της ζωής τους να περιγράφεται ως ο “αποκλεισμός στο εσωτερικό του αποκλεισμού”, καθώς στη νέα χώρα βιώνουν διπλό αποκλεισμό: ως μέλη της αποκλεισμένης κοινωνικής κατηγορίας στην οποία ανήκουν (προσφυγική ομάδα) και ως αποκλεισμένες εξαιτίας του φύλου τους στο εσωτερικό της ομάδας τους.
Σε ατομικό επίπεδο, υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που καθιστούν τις προσφύγισσες θύματα έμφυλης βίας κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Συνήθως στις χώρες προέλευσής τους ενδεικτικές μορφές βίας κατά των γυναικών αποτελούν (εντελώς ενδεικτικά): επιλεκτική άμβλωση ανάλογα με το φύλο του εμβρύου που κυοφορούν, ξυλοδαρμός κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, υποχρεωτική βρεφοκτονία θηλυκών νεογνών (θηλυκτονία), συναισθηματική και σωματική κακοποίηση, άνιση πρόσβαση σε τρόφιμα, ιατρική περίθαλψη και εκπαίδευση, γάμος σε παιδική ηλικία, ακρωτηριασμός γυναικείων γεννητικών οργάνων (FGM), σεξουαλική και ψυχολογική κακοποίηση από μέλη της οικογένειας και ξένους, trafficking, σεξουαλική κακοποίηση στον χώρο εργασίας, σεξουαλική παρενόχληση, βιασμός, κακοποίηση χηρών (συμπεριλαμβανομένων της αρπαγής ιδιοκτησίας) κ.λπ.
Οι γυναίκες πρόσφυγες, οι προσφύγισσες, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο έκθεσης σε βία, λόγω κοινωνικού αποκλεισμού και συχνά οικογενειακού εγκλεισμού ή ευρύτερων διακρίσεων στην καθημερινή ζωή, παράλληλα με το πλήθος σχετικών αναχρονιστικών παραδόσεων και έμφυλων στερεοτύπων που τις συνοδεύουν.
Ωστόσο, ο κίνδυνος βίας δεν εξαρτάται μόνο από τις ατομικές περιστάσεις, αλλά μπορεί επίσης να οφείλεται σε περιστάσεις που αφορούν τις σχέσεις (δεύτερο επίπεδο), τις κοινότητες (τρίτο επίπεδο), ή τη θέση των γυναικών σε συγκεκριμένες κοινωνίες.
Οι προσφύγισσες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να βιώσουν βία και στη χώρα υποδοχής, όχι μόνο λόγω της εθνοτικής καταγωγής τους, αλλά διότι αντιμετωπίζουν διάφορες μορφές κοινωνικού αποκλεισμού ή διακρίσεις στην καθημερινή τους ζωή, όπως αναφέρθηκε: ανασφαλές καθεστώς διαμονής, περιορισμένη πρόσβαση στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας, έλλειψη πρόσβασης στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης και στην αγορά εργασίας κ.ά.
Η μετάβαση σε μια νέα χώρα σημαίνει επίσης σχετική απώλεια κοινωνικού κεφαλαίου, που μπορεί να οδηγήσει σε κοινωνική απομόνωση, αυξάνοντας τον κίνδυνο βίας.
Οι προσφύγισσες, γυναίκες και κορίτσια, επηρεάζονται βαθιά από τις μακρόχρονες σωματικές, σεξουαλικές και ψυχολογικές συμπεριφορές που βιώνουν, στη χώρα προέλευσης, κατά τη διάρκεια του προσφυγικού ταξιδιού, αλλά και στη χώρα υποδοχής.
Αυτοί οι παράγοντες οδηγούν τις προσφύγισσες σε περαιτέρω κακοποίηση και βία, ενώ η ίδια η μεταναστευτική διαδικασία, οι πιέσεις της διαρκούς κίνησης και το αβέβαιο μέλλον, θέτουν επίσης σε αμφισβήτηση τους ρόλους των φύλων και αυξάνουν τις εντάσεις στις οικογένειες, καταλήγοντας συχνά σε ενδοοικογενειακή βία, ενώ δεν είναι σπάνια τα φαινόμενα γυναικοκτονίας.
Δεν είναι τυχαίο ότι στο πλαίσιο της προσφυγικής οικογένειας είναι συνηθισμένα τα περίφημα “εγκλήματα τιμής”, τόσο διαδεδομένα και στη χώρα μας μέχρι πριν από λίγες δεκαετίες. Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε τη σεξουαλική κακοποίηση αποχωρισμένων και ασυνόδευτων παιδιών.
Πολλαπλές Κακοποιήσεις με Οδυνηρές Επιπτώσεις
Οι προσφύγισσες, γυναίκες και κορίτσια, επηρεάζονται βαθιά από τις μακρόχρονες σωματικές, σεξουαλικές και ψυχολογικές συμπεριφορές που βιώνουν, στη χώρα προέλευσης, κατά τη διάρκεια του προσφυγικού ταξιδιού, αλλά και στη χώρα υποδοχής. Οι συμπεριφορές αυτές μπορεί να προκαλέσουν, εκτός από τραυματισμό και ακρωτηριασμό, ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες και ανασφαλείς αμβλώσεις, σεξουαλικά μεταδιδόμενες λοιμώξεις, κατάθλιψη, άγχος, χαμηλή αυτοεκτίμηση, χρόνιο πόνο, διαταραχές ύπνου, χαμηλή αυτοεκτίμηση.
Και είναι εξουθενωτικό το γεγονός πως και στο πλαίσιο της ευρύτερης ενασχόλησης με το προσφυγικό ζήτημα η έμφυλη βία προσλαμβάνεται κατά κανόνα ως μέρος των φυσιολογικών σχέσεων μεταξύ των ανδρών και των γυναικών, βασισμένος σε πανάρχαιες παραδόσεις. Το αποτέλεσμα είναι να δυσκολεύονται οι πολλαπλά κακοποιημένες προσφύγισσες τόσο στην αναζήτηση όσο και στη λήψη βοήθειας και υποστήριξης στη χώρα υποδοχής, να δυσκολεύονται επίσης να διακόψουν βίαιες σχέσεις, η βία που υφίστανται να υποτιμάται όχι μόνο από την κοινότητα στην οποία ανήκουν και από την οικογένεια προέλευσής τους, αλλά και από τις αρμόδιες υπηρεσίες της συγκεκριμένης χώρας (όπου δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο διεθνώς στελέχη αυτών των υπηρεσιών να ασκούν στη βάση της εξουσίας τους σεξουαλική και όχι μόνο βία σε προσφύγισσες), και τελικά η βία αυτή να παραμένει κρυμμένη.
Σε πολλά πολιτισμικά και θρησκευτικά περιβάλλοντα ο σεξισμός και τα στερεότυπα γύρω από τη θηλυκότητα είναι ιδιαίτερα ισχυρά, δημιουργώντας ένα κανονιστικό πλαίσιο για την εργαλειακή εκμετάλλευση του γυναικείου σώματος και την ακύρωση της γυναικείας αυτενέργειας.
Παράλληλα, οφείλουμε να επισημάνουμε το κρίσιμο ζήτημα της δευτερογενούς θυματοποίησης των θυμάτων βίας που συνδέεται με το φύλο, η οποία, στην περίπτωση των προσφυγισσών, λαμβάνει ιδιαίτερες διαστάσεις. Πρόκειται για τον τρόπο απαθούς και κάποτε ανάλγητης μεταχείρισης των θυμάτων από τις δημόσιες/κοινωνικές υπηρεσίες (την αστυνομία, το δικαστικό σώμα, τους/τις γιατρούς, τις δομές φιλοξενίας, τις ΜΚΟ κ.λπ.), τα αρσενικά μέλη της οικογένειας, καθώς και από ξένους.
Η Παράδοση Σταματάει Εκεί που Αρχίζουν τα Ανθρώπινα Δικαιώματα
Ολοκληρώνοντας, αξίζει να τονιστεί ότι είναι γνωστό πως σε πολλά πολιτισμικά και θρησκευτικά περιβάλλοντα ο σεξισμός και τα στερεότυπα γύρω από τη θηλυκότητα είναι ιδιαίτερα ισχυρά, δημιουργώντας ένα κανονιστικό πλαίσιο για την εργαλειακή εκμετάλλευση του γυναικείου σώματος και την ακύρωση της γυναικείας αυτενέργειας. Και τούτο είναι εμφανές σε πληθώρα περιπτώσεων: από τον γάμο σε ανήλικη ηλικία και τον αποκλεισμό από την εκπαίδευση έως τον ακρωτηριασμό των γεννητικών οργάνων.
Ωστόσο, τόσο ο ΟΗΕ όσο και το σύνολο των διεθνών οργανισμών έχουν απαντήσει στον ισχυρισμό περί ιστορικών παραδόσεων με αποφάσεις και διακηρύξεις, στις οποίες τονίζεται πως η παράδοση σταματάει εκεί που αρχίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα δικαιώματα των γυναικών είναι προφανώς απόλυτα ανθρώπινα.
Και να θυμόμαστε ότι υπάρχει πάντα η Σύμβαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για το Καθεστώς των Προσφύγων (Γενεύη, 1951), η οποία ορίζει ότι καμία συμβαλλόμενη χώρα δεν μπορεί να απελαύνει ή να επαναπροωθεί, με οποιονδήποτε τρόπο, γυναίκα ή άνδρα πρόσφυγα στα σύνορα εδαφών στα οποία απειλούνται η ζωή ή η ελευθερία της/του για λόγους φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή σε ομάδα πολιτικών πεποιθήσεων (άρθρο 33.1).
Διαβάστε ακόμη στην αθηΝΕΑ:
“Επικίνδυνες”: Ο Φεμινισμός στα Καλύτερά του