Το ταξίδι είναι ένα όνειρο ή το όνειρο μας ταξιδεύει μακριά; Τα ταξίδια με γοητεύουν πάντα, είτε είναι μεγάλα, μέχρι την άλλη άκρη της Γης, είτε σύντομα, μέχρι το διπλανό χωριό. Με γοητεύουν ακόμα και αυτά που πλάθω στα όνειρά μου, τα απραγματοποίητα.
Αλλά και η ίδια η ζωή λένε πως είναι ταξίδι. Ένα ταξίδι με πολλούς προορισμούς, με μικρές ή μεγαλύτερες διαδρομές. Κάποια από αυτά τα μικρά ή μεγάλα ταξίδια της ζωής μπορεί να είναι διαφορετικά από αυτά που ονειρευτήκαμε. Αλλά κι αυτά άξιζαν τον κόπο. Τα καταφέραμε.
Όσο για τα ταξίδια που κάναμε μαζί, σίγουρα τα ευχαριστηθήκαμε! Όμως ακόμα αναρωτιέμαι: ήταν τα καλύτερα;
Φτιάξτε βαλίτσες και ταξιδέψτε! Για άλλη μια φορά.
Αρκτικός | Ιωάννα Ντούμπρου | Εκδόσεις Πατάκη
«Κανείς δεν γνωρίζει τι θα συμβεί στο μέλλον, αυτό το ταξίδι όμως μπορούμε να το κάνουμε τώρα. Πότε θα μας δοθεί άλλη ευκαιρία;» Και όμως, ποτέ δεν είναι αργά. Και αν παραμέλησα τα όνειρά μου, μπορώ να τα κάνω τώρα.
Ο χρόνος είναι σχετικός και άπληστος. Θα κάνω το μεγάλο ταξίδι θα βρω συγκινήσεις να προσθέσω στο ημερολόγιό μου, στο «μουσείο του εαυτού μου», θα προσθέσω εικόνες, και αυτό το ταξίδι δεν θέλω να το κάνω μόνη μου.
Τόσα χρόνια είμαστε μαζί και ποτέ δεν αποφασίζαμε. Θα βρω τον τρόπο, πάντα υπάρχει. Η αναβολή δεν είναι του χαρακτήρα μου και αν δεν το κάνω τώρα, δεν θα έχω την πιθανότητα ποτέ. Θα φτάσουμε στην άκρη του κόσμου, θα κατανοήσουμε τον πυρήνα της Γης, θα διαλύσουμε τα σύνορα, θα νικήσουμε τον φόβο της ηλικίας, θα κάνω αυτή τη βουτιά στα παγωμένα νερά του Βόρειου Ωκεανού και ας είναι η τελευταία μου, γιατί δεν θα το συγχωρήσω ούτε στην άλλη μου ζωή αν αφεθώ να με καταβροχθίσει η καθημερινή και μίζερη ρουτίνα.
Δεν θα έχω λόγο ύπαρξης αν δεν αποσυνθέσω και ξεκουμπώσω όλες τις μπάμπουσκες μία μία και αν δεν ζήσω και τις εφτά ζωές βιώνοντας αυτήν την απερίγραπτη χαρά, φτάνοντας μέχρι εκεί όπου δεν μπορούσα ούτε να φανταστώ στα πιο τρελά μου όνειρα. Νιώθοντας την ικανοποίηση ότι έκανα ίσως ένα μεγαλύτερο ταξίδι από αυτό το μακρινό που δεν έχει γυρισμό.
«Η ύπαρξη της ζωής είναι ένα θαύμα» και αν δεν το εκμεταλλευτείς, ίσως να φανεί ότι δεν πέρασες από αυτή τη ζωή, δεν άφησες το στίγμα σου. Και όταν θα φτάσεις στην κορυφή, μπορεί να πάει κάτι λάθος, μπορεί να κατάλαβες ότι χάλασες τις οικονομίες μιας ζωής, μπορεί να νιώσεις τη μοναξιά της, μπορεί η επιστροφή να είναι επώδυνη, αλλά και αυτό έχει την αξία του, γιατί το ταξίδι είναι η ουσία, είναι το τρόπαιο, είναι η ανταμοιβή για τον εαυτό σου. Έτσι και αλλιώς.
«Είμαι μια εξωγήινη που κάποιος την παράτησε στον πλανήτη έπειτα από μια μακρά παραμονή στο γαλαξιακό σκοτάδι…» Και δεν ξέρω τι ματαιοδοξία με έπιανε που, αντί να μαζεύω εμπειρίες και εικόνες απίστευτες άλλων κόσμων, μάζευα πετραδάκια.
«Ακούω τον Κάφκα στο μυαλό μου να λέει “να τα κάψεις όλα, μην την πατήσεις όπως εγώ”…»
Ιπποπόταμοι Συντροφιάς | Γιάννης Μακριδάκης | Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας
Ένα ταξίδι ξεκίνησε. Η οικογένεια μάζεψε τα μπογαλάκια της και έφυγε. Δεν ήταν ταξίδι αναψυχής αλλά ανάγκης. Όχι εσωτερικής, γιατί όπου κι αν βρίσκονταν τα ίδια θα έκαναν, στη ρουτίνα θα ζούσαν και στα καβγαδάκια θα κατανάλωναν την ύπαρξή τους. Τα όνειρά τους μεταφράζονταν τώρα στην ανάγκη για επιβίωση και μέχρι εκεί.
Ένα πιάτο φαΐ και ένα κεραμίδι στο κεφάλι τους. Τα μεγάλα ταξίδια ίσως δεν τους πέρασαν ποτέ από το μυαλό, στην πραγματικότητα δεν τα ονειρεύτηκαν. Και όσοι τόλμησαν να κάνουν ένα βήμα παραπέρα και νόμιζαν ότι έπιασαν την τύχη από τα μαλλιά, ότι τους δόθηκε η ευκαιρία, την πάτησαν, γιατί τα κόλπα ήταν μεγάλα, δεν ήταν γι’ αυτούς.
Μια οικογένεια κατεστραμμένη οικονομικά λόγω της κρίσης στην Ελλάδα κάνει ένα άλλο ταξίδι. Ούτε που το είχαν σκεφτεί να γυρίσουν στη Χίο. Να αφήσουν το όμορφο διαμέρισμά τους στο Περιστέρι, τη βολή τους και την άνετη ζωή που θα έκαναν αν δεν τύχαινε όλο αυτό το κακό και τελικά να βρεθούν να μαζεύουν μαστίχι.
Εγκαταστάθηκαν στο παλιό πατρογονικό σπίτι, αφού το ανακαίνισαν. Η Παρή με μια αρρώστια που εξελισσόταν αργά μάλλον, ο Χαρίλαος που του άρεσε το φαΐ και συνήθως είχε κέφια (μέχρι να του πει κάτι η γυναίκα του και να του τα χαλάσει) και η Αντριανή, η μικρή κόρη, κολλημένη μόνιμα στο τάμπλετ και με κάποια ειδικά προβλήματα υγείας.
Κάποια στιγμή εμφανίστηκε και η Νάγια, η άλλη κόρη, με τον γαμπρό, τον Μάνο, για διακοπές. Όλα καλά σχετικά, μέχρι να εμφανιστεί στην ατμόσφαιρα του σπιτιού μια άσχημη μυρωδιά, σαν από ψοφίμι, που άρχισε να διαταράσσει την καθημερινότητα. Οι σχέσεις του ζευγαριού βέβαια ήταν ήδη ταραγμένες.
Καθώς δεν έβρισκαν το ψοφίμι, οι θεωρίες έδιναν και έπαιρναν και ξέφευγαν από τη λογική. «Ο Μάνος… ήταν κατηγορηματικός στην γνώμη του ότι όλα αυτά που του αράδιαζε η Νάγια περί βαλτωμένης οικογενειακής κατάστασης, η οποία δημιουργήθηκε σταδιακά και διατηρείται τόσα χρόνια με ευθύνη και των δύο της γονιών αλλά πρωτίστως της μητέρας της και άρχισε πια να όζει, ήταν βεβαίως μια πραγματικότητα αδιαμφισβήτητη, αλλά δεν υπήρχε περίπτωση καμιά να είναι και το αίτιο αυτής της δυσοσμίας…»
Είναι Αύγουστος και το άρωμα της μαστίχας διαχέεται παντού. Και όμως, η δυσοσμία στο σπίτι τη σκεπάζει. Η αναζήτηση της αιτίας γίνεται μεταφυσική.
Μήπως φταίμε εμείς; Μήπως σαπίζουμε και δεν το έχουμε πάρει χαμπάρι; Μήπως θα έπρεπε να αλλάξουμε ρότα και να ζούμε χωρίς αντιπαραθέσεις και υπαινιγμούς; Να δούμε τα ωραία πράγματα γύρω μας; Να απολαύσουμε το ταξίδι της ζωής;
Μήπως η απάντηση είναι απλή, μπροστά στα μάτια μας, αρκεί να τη δούμε και να την εκμεταλλευτούμε;
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
«Στέλλα, Κρατάω Βιβλίο!» | Δύο Βιβλία, Ένας Συγγραφέας: Yasunari Kawabata