Προκηρύξεις στην Ευρώπη το 1821: “Το Γλυκύτατον Όνομα της Ελευθερίας”

Προκήρυξη 1821 Επανάσταση

Η επέτειος των 200 χρόνων για την Επανάσταση του 1821, μια επανάσταση η οποία εγκαινιάζει την εποχή της νεωτερικότητας στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ανανεώνει το ιστοριογραφικό ενδιαφέρον και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για επαναξιολόγηση του μείζονος αυτού γεγονότος για την ευρωπαϊκή ιστορία με παγκόσμιο αντίκτυπο.

Με την αφορμή αυτή δίνεται η ευκαιρία να συζητηθεί ένα επαναστατικό κείμενο, το οποίο συνδέεται με την αφετηριακή στιγμή της Μεγάλης Επανάστασης, όπως εύστοχα την ονόμασε ο Αναστάσιος Πολυζωίδης.

Το κείμενο αυτό είναι η “Προειδοποίησις προς τας Ευρωπαϊκάς αυλάς εκ μέρους του φιλογενούς στρατηγού των Σπαρτιατικών στρατευμάτων Πέτρου Μαυρομιχάλη και της Μεσσηνιακής συγκλήτου της Καλαμάτας”. Πρόκειται για μια διακήρυξη των επαναστατημένων Ελλήνων, η οποία αποτυπώνει το πολιτικό λεξιλόγιο της “εποχής των επαναστάσεων”.

Διακηρύσσοντας την Ανεξαρτησία της Ελλάδας

Η “Προειδοποίησις” είναι ένα από τα σημαντικότερα κείμενα των αρχών του αγώνα, με αξιοσημείωτο ερμηνευτικό υπόβαθρο, που παραδόξως δεν έχει λάβει τη θέση που της αρμόζει στην ιστορική μας κουλτούρα και στη δημόσια μνήμη. Είναι ένα κείμενο το οποίο είχε συνταχθεί εκ των προτέρων από τα ηγετικά στελέχη των Φιλικών με «ανοιχτά» τα πεδία της ημερομηνίας, του τόπου και της υπογραφής, και το οποίο είχε φτάσει στα χέρια των επαναστατών με σκοπό να σταλεί αμέσως μετά την κατάληψη/απελευθέρωση της Καλαμάτας στις κυβερνήσεις των δυτικών κρατών.

Η “Προειδοποίησις” είναι ένα από τα σημαντικότερα κείμενα των αρχών του αγώνα, με αξιοσημείωτο ερμηνευτικό υπόβαθρο, που παραδόξως δεν έχει λάβει τη θέση που της αρμόζει στην ιστορική μας κουλτούρα και στη δημόσια μνήμη.

Το προσδοκώμενο, αλλά ουτοπικό, όφελος μιας τέτοιας έκκλησης ήταν η αναγνώριση της επαναστατικής ενέργειας ως εμπόλεμης κατάστασης και, κατά συνέπεια, η εφαρμογή του δικαίου του πολέμου. Γι’ αυτό και η πρώτη ενέργεια της Συγκλήτου ήταν να απευθύνει την προκήρυξη την ίδια μέρα με την κατάληψη/απελευθέρωση της πόλης. Το πρωτότυπο, το οποίο βρίσκεται στα βρετανικά αρχεία, φέρει ημερομηνία 23 Μαρτίου 1821.

Η ημερομηνία δημοσίευσής της όμως στο τρίτο και τελευταίο φύλλο της εφημερίδας “Σάλπιγξ Ελληνική” του Θεόκλητου Φαρμακίδη στο πρώτο εθνικό τυπογραφείο της Καλαμάτας έχει ημερομηνία 28 Μαρτίου 1821.

Οι επαναστάτες, απευθυνόμενοι στα ευρωπαϊκά κράτη, διακήρυξαν την ανεξαρτησία της Ελλάδας. Το μόνο ελεύθερο έδαφος ως εκείνη τη στιγμή ήταν η Καλαμάτα, για την οποία μάλιστα δεν είχε δοθεί καν μάχη. Η “Προειδοποίησις” εγκαινίασε την ιδεολογική “μάχη”, στο άυλο, αλλά αιχμηρό πεδίο των ιδεών. Ήταν δομημένη στις έννοιες της τυραννίας και της ελευθερίας, οι οποίες επαναλαμβάνονταν συνεχώς.

Φιλελεύθερες Ιδέες, Εθνική Ταυτότητα και Δημοκρατία

Το δίπολο αφορούσε την πολιτική και κοινωνική συνθήκη διαβίωσης του ελληνικού στοιχείου εντός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο οθωμανικός δεσποτισμός, πολιτικός, οικονομικός και θρησκευτικός, δεν μπορούσε πλέον να συνεχιστεί στο πολιτικό και ιδεολογικό πλαίσιο της νεωτερικότητας: δημοκρατία, κράτος δικαίου, πολιτικά δικαιώματα, σύνταγμα, ιδιοκτησία.

Αυτό το σύνολο ιδεών του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού του 18ου αιώνα, το οποίο μπολιάστηκε με την ουμανιστική παράδοση, είχε έρθει να αμφισβητήσει τις φεουδαρχικές δομές και τις αντιλήψεις της πεφωτισμένης δεσποτείας στην Ευρώπη και στην Αμερική. Η Αμερικανική Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας και η Γαλλική Επανάσταση αποτέλεσαν το ιστορικό προηγούμενο, ενώ οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι διέδωσαν το δημοκρατικό μοντέλο διακυβέρνησης.

Εγκαινίασε την ιδεολογική “μάχη”, στο άυλο, αλλά αιχμηρό πεδίο των ιδεών. Ήταν δομημένη στις έννοιες της τυραννίας και της ελευθερίας, οι οποίες επαναλαμβάνονταν συνεχώς.

Στον βαλκανικό περίγυρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι φιλελεύθερες ιδέες σμιλεύτηκαν με τις ιδέες της εθνικής ταυτότητας και της δημοκρατίας. Τα Ορλωφικά, το κήρυγμα του Ρήγα, η επανάσταση στη Σερβία ήταν στιγμές της πορείας προς την Ελληνική Επανάσταση.

Το “1821” ξέσπασε στο εχθρικό ευρωπαϊκό περιβάλλον της μεταναπολεόντειας παλινόρθωσης και της συντηρητικής αναδίπλωσης στην Ευρώπη. Αντλούσε, ωστόσο, ενέργεια από το ρήγμα της υπόκωφης επαναστατικότητας των εθνικών κινημάτων στην Ευρώπη (Ιβηρική Χερσόνησος, Νάπολη, Πεδεμόντιο, Σικελία) και στη Λατινική Αμερική (Βραζιλία, Βολιβία, Περού, Κολομβία, Χιλή).

Η Οθωμανική Αυτοκρατορία εκτεινόταν σε τρεις ηπείρους και ο σουλτάνος είχε να αντιμετωπίσει τις αποσχιστικές τάσεις των πασάδων, όπως ήταν η περίπτωση του Αλή Πασά στην Ήπειρο.

Οι ελληνικές κοινότητες και οι κατά τόπους τοπικές εξουσίες, όπως οι “Πελοποννήσιοι Γραικοί”, οι οποίοι ποτέ στο παρελθόν δεν είχαν αποτελέσει έναν ενιαίο και αυτοτελή πολιτικό και διοικητικό χώρο, διεκδίκησαν ως Έλληνες, ως ένα πλέον έθνος, την ανεξαρτησία της Ελλάδας (“[…] με μίαν γνώμην ομοφώνως απεφασίσαμεν να λάβωμεν τα άρματα και να ορμήσωμεν κατά των τυράννων. Πάσα προς αλλήλους μας φατρία και διχόνοια, ως καρποί της τυραννίας, απερρίφθησαν εις τον βυθόν της λήθης”).

Η “Προειδοποίησις” δεν αναφερόταν σε εδαφικά σύνορα, γιατί τη στιγμή εκείνη προείχε η ευρωπαϊκή αποδοχή της κατάληψης/απελευθέρωσης της Καλαμάτας ως επαναστατικής ενέργειας. Μια τέτοια νομιμοποίηση θα μπορούσε να πηγάζει από τη δεξαμενή της δημοκρατικής πολιτικής σκέψης του εθνικισμού.

Η κατάληψη/απελευθέρωση της Καλαμάτας ήταν πράξη εθνική και απελευθερωτική, σύμφωνα με την προκήρυξη. Αλλά στη συγκυρία του 1821, στη μετά το 1815 συντηρητική Ευρώπη, το να μεταχειρίζεσαι το πολιτικό λεξιλόγιο του εθνικισμού και του φιλελευθερισμού ενώπιον των δεσποτικών κυβερνήσεων σήμαινε ότι έβαζες τον εαυτό σου αυτομάτως απέναντί τους.

Οι Έλληνες επαναστάτες ήθελαν να τροφοδοτήσουν την κοινή γνώμη της Δύσης με νέα και πληροφορίες για τον αγώνα τους και να εναρμονίσουν την Επανάσταση με το ρεύμα του φιλελληνισμού.

Ανάμεσα στον Ιδεαλισμό και στην Ουτοπία

Η ευρωπαϊκή ανάγνωση της χρονικής εκείνης στιγμής για τα εθνικά κινήματα δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από την καταδίκη τους. Η Ιερά Συμμαχία, άλλωστε, είχε συσταθεί γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό, για να εμποδίσει την εξάπλωση τέτοιων κινημάτων, τα οποία έβλεπε ως απειλή για τις πολυεθνικές αυτοκρατορίες των Αψβούργων και της Ρωσίας.

Στις ευρωπαϊκές αυλές, διαβάζοντας για ένα έθνος που ζει σε “αθλίαν κατάστασιν” και που στερείται τα “δίκαιά” του ή ότι οι επαναστάτες “έλαβον τα όπλα κατά των τυράννων” και “τρέχουν εις απόκτησιν των δικαιωμάτων” τους, το μυαλό τους πήγαινε κατευθείαν στη μισητή γι’ αυτούς Γαλλική Επανάσταση και στα όσα οι ευρωπαϊκές αριστοκρατίες κινδύνεψαν να χάσουν εξαιτίας της.

Η προκήρυξη, επίσης, χρονολογούσε την έναρξη της Επανάστασης ως το “πρώτον έτος της ελευθερίας”, χωρίς να παραλείπει, ωστόσο, και τη χριστιανική χρονολόγηση. Μια τέτοια επιλογή ήταν σαφής παραπομπή στην κληρονομιά της Γαλλικής Επανάστασης και δεν άφηνε καμία αμφιβολία.

Μια ακόμη πτυχή, εμφανώς ιδεαλιστική, είναι η απόπειρα σφυρηλάτησης μιας ευρωπαϊκότητας με δεσμούς αλληλεγγύης των χριστιανικών εθνών. Η μεσσηνιακή προκήρυξη ήταν η φωνή ενός έθνους χριστιανικού, που ανήκε στην οικογένεια των ευρωπαϊκών εθνών.

Ο συντάκτης (ή οι συντάκτες) του κειμένου χρησιμοποίησε τη χριστιανικότητα ως ταυτοτικό στοιχείο του επαναστατημένου έθνους σε μια προσπάθεια να το πλαισιώσει εντός των χριστιανικών εθνών της Ευρώπης.

Παρατηρεί, βέβαια, κανείς ότι η μεταχείριση εθνικών και χριστιανικών/θρησκευτικών όρων για την ιστορία των Ελλήνων δεν είναι ούτε ισόποση ούτε ισορροπημένη. Προέχει το εθνικό στοιχείο˙ το χριστιανικό αναδεικνύεται, αλλά με σαφώς πιο περιορισμένο ρόλο.

Σε αυτό το πλαίσιο, η “Ελλάς”, το αρχαιοελληνικό στοιχείο, εμφανίζεται ως η μήτρα όλων των “ευρωπαϊκών γενών” και, κατ’ επέκταση, του ευρωπαϊκού πολιτισμού: “Δικαίω τω λόγω η μήτηρ μας Ελλάς, εκ της οποίας και υμείς εφωτίσθητε, απαιτεί όσον τάχος την φιλάνθρωπον συνδρομήν και διά χρημάτων και διά όπλων και διά συμβουλής […]”.

Η “Προειδοποίησις” βρέθηκε στο μεταίχμιο των μεγάλων αφηγήσεων, αντηχώντας τη ριζική αλλαγή και το “γλυκύτατον όνομα της ελευθερίας”.

Δεν θα πρέπει να επισκιαστεί, εν κατακλείδι, η συμβολική λειτουργία της προκήρυξης, που ήταν ίσως ο μόνος ρεαλιστικός στόχος της. Οι επαναστάτες, όσοι είχαν την εμπειρία της Δύσης, όσοι παρακολουθούσαν τα ιδεολογικά ρεύματα και όσοι συνομιλούσαν με τη διανόηση, είχαν καταλάβει το μεγάλο ενδιαφέρον για τον ελληνική αρχαιότητα, για τα κατάλοιπα του κλασικού πολιτισμού στον χρόνο και γι’ αυτό που ο καθένας αντιλαμβανόταν ως “Ελλάδα”.

Οι Έλληνες επαναστάτες, επομένως, ήθελαν να τροφοδοτήσουν την κοινή γνώμη της Δύσης με νέα και πληροφορίες για τον αγώνα τους και να εναρμονίσουν την Επανάσταση με το ρεύμα του φιλελληνισμού.

Η Μεσσηνιακή Σύγκλητος υπέγραψε τρεις ακόμη επαναστατικές προκηρύξεις: την “Προς τους ευγενεστάτους φιλογενείς Έλληνας τους εν τω Λιβόρνω και Πίζα κατοικούντας τον αδελφικόν ασπασμόν αφοσιούμεθα” στις 31 Μαρτίου 1821, την άτιτλη “προκήρυξη προς τις αρχές των Ηνωμένων Κρατών των Ιονίων Νήσων” στις 12 Μαΐου 1821 και, τέλος, αυτήν με τίτλο “Άνδρες της Αμερικανικής Συμπολιτείας”, στις 25 Μαΐου 1821.

Από τις τέσσερις προκηρύξεις, η πρώτη είναι αυτή που έχει απασχολήσει περισσότερο την ιστοριογραφία και τη συλλογική μνήμη. Και είναι σαγηνευτικό πως πρόκειται για ένα επαναστατικό κείμενο του ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού της έναρξης της Ελληνικής Επανάστασης, που κινείται ανάμεσα στον ιδεαλισμό και στην ουτοπία.

Διακήρυξε την κατάργηση ενός ολόκληρου κόσμου δείχνοντας, παράλληλα, τον δρόμο για μια ολότελα νέα ιστορική φάση του ελληνισμού στο όνομα του έθνους, της ελευθερίας και των δικαιωμάτων. Η “Προειδοποίησις” βρέθηκε στο μεταίχμιο των μεγάλων αφηγήσεων, αντηχώντας τη ριζική αλλαγή και το “γλυκύτατον όνομα της ελευθερίας”.

“Μικρά Τεκμήρια για το ’21”: μια πλειάδα επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων προσεγγίζει το 1821 μέσα απ’ αυτά. Γλυπτά, έγγραφα, αντικείμενα, νομίσματα και έργα τέχνης γίνονται αφορμή για να φωτιστούν πτυχές της εποχής. Η έκδοση, που θα φτάσει σύντομα στο κοινό μας αρχικά ως e-book και στη συνέχεια θα “δεθεί” σε βιβλίο, αποτελεί μία σύμπραξη της αθηΝΕΑς, των “hιστορισταί” και της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης, με την ευγενική χορηγία της Eurolife FFH.

Δείτε επίσης στην αθηΝΕΑ:

Ερμούπολη, το Λιμάνι της Ελληνικής Επανάστασης

Η “Πυραμίδα” της Αράχωβας, το Μακάβριο Τρόπαιο του Καραϊσκάκη

Επαναστατικές Γεωγραφίες Ανάμεσα στον Άθω και τις Άνδεις

Η Σημαία στην Επανάσταση, οι Συμβολισμοί της και η Καθιέρωσή της. Το Παράδειγμα του Ανδρέα Λόντου

Ο Ιωάννης Κ. Φίλανδρος γεννήθηκε στην Αθήνα και είναι "Πελοποννήσιος Γραικός". Σπούδασε την τέχνη της Ιστορίας στην Αθήνα και στη Φλωρεντία. Η Ιστορία είναι αγάπη και, ευτυχώς, επάγγελμα. Τον ενδιαφέρει η ιστορία που παράγει ο άνθρωπος σε διαφορετικές ιστορικές χρονικότητες.

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+