Στον Απόηχο δύο Θεατρικών Παραστάσεων

θέατρο

«Ο Φίλος μου ο Ντοστογιέφσκι» της Δήμητρας Παπαδοπούλου και «Η Παρεξήγηση» του Albert Camus είναι δύο θεατρικές παραστάσεις που άφησαν το δικό τους αποτύπωμα τη φετινή χρονιά.

«Ο Φίλος μου ο Ντοστογιέφσκι» | Δήμητρα Παπαδοπούλου

Η θεατρική διασκευή της Δήμητρας Παπαδοπούλου αποπειράται να βρει τι κοινό θα μπορούσε να συνδέει έναν Νεοέλληνα με τον κορυφαίο Ρώσο συγγραφέα Fyodor Dostoyevsky.

Πρωταγωνιστής της παράστασης είναι ο άνθρωπος της διπλανής μας πόρτας. Είναι εκείνος με το καλό μορφωτικό επίπεδο, με την καλοπληρωμένη δουλειά, το σπίτι στο Παλαιό Ψυχικό και το ακριβό αυτοκίνητο ως ένδειξη της αναγνώρισής του ως επιτυχημένου μέλους της κοινωνίας που «δικαιωματικά» ευημερεί.

 

Ο Φίλος μου ο Ντοστογιέφσκι

Γνωρίζοντας αυτή την πλευρά της ζωής, οι μετανάστες και οι κακόφημες γειτονιές πλήττουν την αισθητική του. Μέχρι –εν μία νυκτί– να γίνει θύμα της οικονομικής κρίσης και, από την πολυτέλεια των βορείων προαστείων, να καταλήξει σε ένα υπόγειο στον Άγιο Παντελεήμονα. Χωρίς δουλειά, με τεράστια χρέη και με χιλιοτσαλακωμένο status.

Το βιβλίο του Dostoyevsky «Το Όνειρο ενός Γελοίου», που έπεσε τυχαία στα χέρια του, ξεχασμένο από προηγούμενους ενοίκους, θα του αλλάξει την κοσμοθεωρία. Διαβάζοντάς το, αποκτά έναν φίλο, έναν συνοδοιπόρο σε ένα πνευματικό ταξίδι που τον βοηθά να συνειδητοποιήσει τη γελοιότητα μιας ζωής που στηρίζεται στα υλικά αγαθά και τις εφήμερες απολαύσεις.

Στο ονειρικό ταξίδι προς την αυτογνωσία, ο ήρωας απαντά στο ερώτημα που θέτει ο Dostoyevsky για το αν «ο άνθρωπος με αυτογνωσία μπορεί να σέβεται έστω και ελάχιστα τον εαυτό του».

Τον βοηθά να επανακαθορίσει την έννοια της ευτυχίας, την ταυτότητά του, τη σχέση του με τον κοινωνικό περίγυρο, τη θέση του στην κοινωνία. Μέσω ενός ντοστογιεφσκικού ονείρου, ο ήρωας, που έχει περιέλθει σε τέλμα, μεταβαίνει σε έναν διαφορετικό άδολο κόσμο και ανακαλεί τη σαιξπηρική ρήση του Άμλετ «Να ζει κανείς ή να μη ζει;», κλίνοντας προς το πρώτο, επαναπροσδιορίζοντας τη σχέση του με το γυναικείο φύλο και τις προτεραιότητές του, αντιστρέφοντας το γεγονός του να δίνει μικρότερη σημασία στη ζωή και μεγαλύτερη στις απώλειες.

Στο ονειρικό ταξίδι προς την αυτογνωσία, ο ήρωας απαντά στο ερώτημα που θέτει ο Dostoyevsky για το αν «ο άνθρωπος με αυτογνωσία μπορεί να σέβεται έστω και ελάχιστα τον εαυτό του».

Ο Κώστας Γάκης σκηνοθετεί την παράσταση πατώντας στο κείμενο της Δήμητρας Παπαδοπούλου, προσπαθώντας παράλληλα να το διανθίσει σκηνικά για να μην είναι στατικό, αξιοποιώντας πολυμορφικά σκηνικά αντικείμενα, ενώ, αν και εμπλέκει το stand up, οι ντοστογιεφσκικές επιρροές είναι έκδηλες.

Ο Παύλος Λουτσίδης προσπαθεί να δίνει ερμηνευτικά το εκατό τοις εκατό των δυνατοτήτων του σε ένα έργο αφηγηματικό, που συνιστά δύσκολο εγχείρημα, καθώς θα πρέπει να μεταφέρει τον παλμό και την ιστορία του ήρωα χωρίς σκηνικές εναλλαγές ή διαλόγους.

Ένας τέτοιος μονόλογος θα αναδεικνυόταν καλύτερα σε μια μικρότερη σκηνή – black box.

  • Η παράσταση «Ο Φίλος μου ο Ντοστογιέφσκι» παίχτηκε στο Θέατρο Αθηνών.

«Η Παρεξήγηση» | Albert Camus

Ο πόθος του ανεκπλήρωτου, το ασύμπτωτο των επιθυμιών, η αίσθηση του χρόνου που κινείται αργά, η αδυναμία επικοινωνίας, το αίσθημα της μοναξιάς και το αμετάκλητο του θανάτου είναι κεντρικά σημεία στην «Παρεξήγηση» του Albert Camus.

Ένας γιος επιστρέφει στην πατρίδα του, κάπου στην κεντρική Ευρώπη, έπειτα από είκοσι χρόνια οικειοθελούς εξορίας στην Αφρική, για να βρει ξανά τη μητέρα και την αδερφή του και να τις στηρίξει μετά την απώλεια του πατέρα. Έρχεται αποφασίζοντας να μην ανακοινώσει εξαρχής την πραγματική του ταυτότητα, παρά τις παραινέσεις της νεαρής γυναίκας του.

Απόφαση που θα αποβεί μοιραία, καθώς οι δύο γυναίκες, που διατηρούν ένα μοναχικό πανδοχείο, προσπαθώντας να επιβιώσουν, δολοφονούν και ληστεύουν τους πελάτες τους, με την ελπίδα να φύγουν και να αφήσουν πίσω τον τόπο τους και να εγκατασταθούν κάπου «μπροστά στη θάλασσα». Αν και αυτό μοιάζει να αποτελεί περισσότερο επιθυμία της κόρης παρά της μητέρας, την οποία διακρίνει μια ραθυμία για το τι μέλλει γενέσθαι, καθώς λύτρωση για εκείνη θα ήταν ο ύπνος, η λήθη και η ακινησία.

Ο πόθος του ανεκπλήρωτου, το ασύμπτωτο των επιθυμιών, η αίσθηση του χρόνου που κινείται αργά, η αδυναμία επικοινωνίας, το αίσθημα της μοναξιάς και το αμετάκλητο του θανάτου είναι κεντρικά σημεία στην «Παρεξήγηση» του Albert Camus.

Ο Γιάννης Χουβαρδάς σκηνοθετεί ένα έργο που εκτυλίσσεται κεκλεισμένων των θυρών και αποτελεί οικογενειακή υπόθεση με προεκτάσεις κοινωνιολογικού ενδιαφέροντος, φτιάχνοντας μια κατάλληλη ατμόσφαιρα, μυστηριώδη, σχεδόν μεταφυσική, που σε συνδυασμό με τα εύστοχα σκηνικά της Εύας Μανιδάκη (από το μπαρ μέχρι το ασφυχτικά στενό νεκρικό δωμάτιο του πανδοχείου) και τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη ταιριάζει με το φιλοσοφικό χαρακτήρα του κειμένου του Γάλλου συγγραφέα.

Η Παρεξήγηση

Ο περιορισμός της χρονικής έκτασης του βραδυφλεγούς έργου, η δυναμική των ερμηνειών και μια πιο ξεκάθαρη σκηνική τοποθέτηση ανάμεσα στο σημαίνον και στο σημαινόμενο θα συνέβαλαν στην καλύτερη σκηνοθετική ανάγνωση του έργου του Camus.

Η Πηνελόπη Τσιλίκα απογειώνει ερμηνευτικά έναν ρόλο που έχει σκοτεινά σημεία, δημιουργώντας τον δικό της χαρακτήρα επί σκηνής και αφήνοντας στη σκιά της τους συμπρωταγωνιστές της. Η Μαριάννα Κάλμπαρη είναι μια μάνα που κινείται στους αργούς ρυθμούς του έργου που χάνεται στον γενικότερο χωροχρόνο, θερίζοντας ό,τι έσπειρε.

Ο Αναστάσης Ροϊλός προσπαθεί να ενδυθεί τον ρόλου του Γιαν, του άσωτου υιού που επιστρέφει έχοντας αγνές προθέσεις να στηρίξει τις γυναίκες της οικογένειάς του, με άγνοια κινδύνου, η οποία είναι έκδηλη στη σκηνή και έρχεται σε αντίθεση με τη σκοτεινότητα και τη δυναμικότητα της ερμηνείας της Πηνελόπης Τσιλίκα, ενώ η Φλομαρία Παπαδάκη, ως σύζυγος του Γιαν, αποστασιοποιημένη από τον ρόλο, παραφωνεί στη συζυγική της σχέση.

Έκπληξη αποτελεί ο μουσικός Blaine L. Reininger που επί σκηνής μας χαρίζει μουσικά κομμάτια απόλυτα συνυφασμένα με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Μια αισθητή σκηνική παρουσία, που δίνει έναν χαρακτήρα πιο κινηματογραφικό στα δρώμενα, αναδεικνύοντας τον dark underground χαρακτήρα του έργου.

  • H «Παρεξήγηση» του Albert Camus παίχτηκε στο Θέατρο Τέχνης της Οδού Φρυνίχου.

 

Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:

Το Άλλο Πρόσωπο της Μυκόνου Βρίσκεται στο «Mykonian Pastoral»

Ελληνικό Θέατρο στα Καλύτερά του από την Κάπα Εκδοτική

Ένα Γοητευτικό Ταξίδι Μνήμης Εκεί στην «Αρκουδοράχη»

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ
Drama Queen
Drama Queen

Η Δέσποινα (Ντέπυ) Κορεντίνη είναι απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών με μεταπτυχιακό στις Επιστήμες της Αγωγής. Ως γνήσια Αρσακειάδα με παράδοση στη φιλολογία, η συγγραφική και καλλιτεχνική φύση της εκδηλώθηκε από πολύ νωρίς. Το θέατρο ήταν και είναι πάντα το alter ego της. Πιστεύοντας ότι το θέατρο ωφελεί σημαντικά την ψυχική υγεία, βλέπει την κριτική περισσότερο ως δημιουργική αποτίμηση της σκηνοθετικής σύλληψης και παραγωγής του έργου. Αγαπά πολύ τη διδασκαλία, το διάβασμα (κουβαλάει πάντα ένα βιβλίο μαζί) και φυσικά το θέατρο, ενώ στις ελεύθερες ώρες της χορεύει στους λάτιν ρυθμούς.

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+