Αν ανατρέξουμε στη ζωή και την καθημερινότητα των αρχαίων Ελλήνων, θα βλέπαμε πως προτιμούσαν τα γεύματά τους, ξεκινώντας από το πρωινό αλλά και όσα ακολουθούσαν κατά τη διάρκεια της ημέρας, να είναι μικρά και λιτά. Σε αντίθεση με το δείπνο τους, το οποίο ήταν πλούσιο, με πολλές επιλογές τροφών και με ατμόσφαιρα γιορτινή.
Στη σύγχρονη εποχή όμως φαίνεται οι συνήθειές μας να έχουν αλλάξει. Οι ειδικοί μάς προτρέπουν να δίνουμε σημασία στο πρωινό μας γεύμα, καθώς παρέχει στον οργανισμό όλα τα απαραίτητα στοιχεία για ένα ευχάριστο και δυνατό ξεκίνημα τόσο του πνεύματος όσο και του σώματός μας.
Το πρωινό, ωστόσο, πέρα από τη θρεπτική του αξία, που είναι πολύ σημαντική, μας χαρίζει και μια συνολική εμπειρία που εμπλουτίζεται συναισθηματικά από την τοπικότητα των προϊόντων, τις αναμνήσεις που γεννιούνται μέσα από αυτή τη σύνδεση, αλλά και τη γνωριμία με τον λαό και την κουλτούρα στον τόπο όπου λαμβάνεται.
Κάθε φορά που ξυπνάω σε ένα νέο τόπο ανυπομονώ να επισκεφτώ το πρωινό του ξενοδοχείου όπου διαμένω και –τη στιγμή που οι αισθήσεις μου είναι φρέσκες και σε πλήρη αναζήτηση– να γευτώ τα παρθενικά αρώματα και τις γεύσεις που μπορεί να προσφέρει ο τόπος αυτός μέσα από τα προϊόντα του.
Αν δούμε το πρωινό υπό το πρίσμα του γαστρονομικού τουρισμού στη χώρα μας, θα ανακαλύψουμε πολλαπλά οφέλη, ειδικά αν δώσουμε την απαραίτητη προσοχή και σημασία στην προώθηση και διαφήμισή του.
Προσωπικά, όταν κλείνω τα μάτια και σκέφτομαι στιγμές που μου προσφέρουν ευφορία και θετικά συναισθήματα, πολύ περισσότερο σε περίοδο διακοπών ή σε ταξίδια, είναι σίγουρα κάποιες εμπειρίες πρωινού.
Κάθε φορά που ξυπνάω σε ένα νέο τόπο ανυπομονώ να επισκεφτώ το πρωινό του ξενοδοχείου όπου διαμένω και –τη στιγμή που οι αισθήσεις μου είναι φρέσκες και σε πλήρη αναζήτηση– να γευτώ τα παρθενικά αρώματα και τις γεύσεις που μπορεί να προσφέρει ο τόπος αυτός μέσα από τα προϊόντα του. Φυσικά αυτό δεν συμβαίνει πάντα και ένας από τους λόγους είναι και γιατί οι ξενοδόχοι συναντούν πολλαπλά εμπόδια.
Υπάρχει πια μεγάλο πλήθος επιστημονικών άρθρων στη διεθνή βιβλιογραφία που δείχνουν ότι το φαγητό και οι γαστρονομικές εμπειρίες δεν επηρεάζουν απλώς τη στιγμιαία ικανοποίηση που νιώθει ένας επισκέπτης, αλλά και την αίσθηση της ευημερίας που δύναται να αποκομίσει, την πρόθεση να επισκεφθεί ξανά τον ίδιο προορισμό, ακόμη και την αίσθηση ότι έζησε μια εμπειρία που θα θυμάται.
Συμπέρασμα σημαντικό είναι ότι ο γαστρονομικός τουρισμός διευκολύνει την ουσιαστική σύνδεση του αγροδιατροφικού κλάδου με το τουριστικό προϊόν μιας περιοχής ή μιας χώρας, αρκεί τα στοιχεία του πρωτογενή τομέα να αξιοποιούνται κατάλληλα.
Ποιος είναι, όμως, ο καλύτερος τρόπος ώστε τα ποιοτικά, τοπικά προϊόντα της χώρας μας να τοποθετηθούν σωστά σε κάθε στάδιο της ταξιδιωτικής εμπειρίας του επισκέπτη; Και συγκεκριμένα, να πλαισιώσουν το ελληνικό πρωινό που αποτελεί μια προσοδοφόρα βάση πάνω στην οποία μπορούμε να χτίσουμε τη γαστρονομική ταυτότητά μας, εκείνης που παράλληλα θεωρούμε θεματοφύλακα του πολιτισμού και της παράδοσης της χώρας μας;
Μια Ξεχωριστή Βιωματική Εμπειρία «Ελληνικού Πρωινού»
Τις προάλλες παρευρέθηκα σε μια ξεχωριστή εκδήλωση στην Αθηναϊκή Ριβιέρα, στο πλαίσιο του «Φεστιβάλ Γαίας Αττικής – Νέα Θεσμοφόρια», μιας γιορτής για την ανάδειξη της αττικής γης, ενός πεδίου συνάντησης του πολιτισμού με τον τουρισμό και τον πρωτογενή τομέα, που διοργανώνεται από τον Αναπτυξιακό Οργανισμό «Νέα Μητροπολιτική Αττική», με πρωτοβουλία της Περιφέρειας Αττικής και υπό την Αιγίδα του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού.
Το ιδιαίτερο γαστρονομικό ταξίδι με τα προϊόντα της αττικής γης που πρόσφερε η εκδήλωση έγινε μέσα από μια μοναδική βιωματική εμπειρία «Ελληνικού Πρωινού».
Το «Ελληνικό Πρωινό» είναι το εμπνευσμένο πρόγραμμα του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος, με στόχο τη σύνδεση του γαστρονομικού πλούτου της χώρας με την εμπειρία του επισκέπτη και –συνακόλουθα– την προώθηση συνολικά της γαστρονομικής κληρονομιάς του τόπου μέσα από ένα πρόγραμμα που αναδεικνύει τα προϊόντα κάθε περιοχής.
Το πρόγραμμα «Ελληνικό Πρωινό» βασίζεται σε μια πολύ μεγάλη προσπάθεια ανάδειξης του ποιοτικού πρωτογενή τομέα της χώρας στις διάφορες περιοχές.
Πρόκειται για το πιο γνωστό και ολοκληρωμένο πρόγραμμα που σχετίζεται με τον γαστρονομικό τουρισμό στη χώρα μας. Σκοπός του είναι να εμπλουτίσει το πρωινό που προσφέρεται από τα ελληνικά ξενοδοχεία με ιδιαίτερα ελληνικά προϊόντα και παραδοσιακά τοπικά πιάτα από κάθε περιοχή της Ελλάδας. Οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν, οι οποίες πρέπει να επιδεικνύουν το ειδικό σήμα λειτουργίας τουριστικού καταλύματος σε ισχύ αλλά και την άδεια για κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος ώστε να μπορούν να προσφέρουν πρωινό, προσφέρουν ένα εδεσματολόγιο που χωρίζεται σε δύο κατηγορίες, σε εθνικά και τοπικά εδέσματα.
Απολαυστικός ελληνικός καφές στη χόβολη, βιολογικά αφεψήματα από βότανα της Αττικής, προϊόντα όπως το φιστίκι Αιγίνης, το μέλι, το ελαιόλαδο, τα σύκα, η παραδοσιακή λεμονάδα, το γιαούρτι, το τυρί, αλλά και συνταγές που συνδέονται με την ελληνική γαστρονομική ταυτότητα και μπορούν να ενταχθούν σε ένα ελληνικό πρωινό, όπως το ρυζόγαλο, τα μουστοκούλουρα και η μουσταλευριά, ο καγιανάς, τα τηγανόψωμα, η ελληνική σαλάτα, η γαλατόπιτα κ.ά.
Ειδικότερα, το πρόγραμμα «Ελληνικό Πρωινό» βασίζεται σε μια πολύ μεγάλη προσπάθεια ανάδειξης του ποιοτικού πρωτογενή τομέα της χώρας στις διάφορες περιοχές, με «45 τοπικά σύμφωνα», τα οποία έχουν υπογραφεί μεταξύ παραγωγών και ξενοδόχων, ιδιοκτητών 1.300 και πλέον ξενοδοχείων, τα οποία έχουν πιστοποιηθεί με το μόνο πιστοποιημένο προϊόν που συνδέει έμπρακτα τον πρωτογενή με τον ξενοδοχειακό και τον τουριστικό κλάδο.
Γιατί όμως πολύ συχνά συναντάμε ξενοδοχειακές μονάδες που δεν φροντίζουν την εικόνα και τη συνολική εμπειρία του πρωινού;
Το φαγητό δεν είναι απλώς αναπόσπαστο μέρος του τουρισμού, αλλά και πόλος έλξης. Δεν εξυπηρετεί απλώς την κάλυψη μιας βασικής ανάγκης, αλλά, καθώς φέρει πολλά βιωματικά στοιχεία από την κληρονομιά κάθε τόπου, μπορεί να αποτελεί μια ιδιαίτερα βιωματική εμπειρία και για τον επισκέπτη. Όλο και περισσότερο, οι άνθρωποι επιζητούν να «ταξιδέψουν για να φάνε».
Καθώς, λοιπόν, το φαγητό αποτελεί αναπόσπαστο συστατικό της ταξιδιωτικής εμπειρίας, η γνωριμία με την τοπική κουζίνα και τα έθιμα που σχετίζονται με αυτήν έχει μετατραπεί σε δραστηριότητα που πολλοί τουρίστες θεωρούν απαραίτητη.
Σύμφωνα με την έρευνα της διαΝΕΟσις «Τουρισμός και Αγροδιατροφή στην Ελλάδα: Μια Μεγάλη Αναξιοποίητη Ευκαιρία», ο γαστρονομικός τουρισμός διευκολύνει τη σύνδεση του αγροδιατροφικού κλάδου με το τουριστικό προϊόν μιας περιοχής ή χώρας, αρκεί τα στοιχεία του πρωτογενή τομέα να αξιοποιούνται κατάλληλα.
Η περιφρούρηση της αυθεντικότητας των προϊόντων αυξάνει την ελκυστικότητα των προoρισμών, η προβολή παραδοσιακών προϊόντων στο διαδίκτυο πείθει πιθανούς ταξιδιώτες να επιλέξουν έναν τόπο αν υπάρχει εκείνος ο φορέας που θα τα προβάλλει συνδυαστικά, οι αγορές παραγωγών αποτελούν πόλο έλξης για τους τουρίστες όταν οι παραγωγοί δεν τους αντιμετωπίζουν όπως τους συνηθισμένους πελάτες, τα εστιατόρια επωφελούνται από τη χρήση τοπικών τροφίμων όταν τα προβάλλουν στο μενού τους με διαφανή τρόπο, τα εμβληματικά πιάτα μιας περιοχής μπορούν να προσελκύσουν αφοσιωμένους επισκέπτες όταν συνδέονται με τον πολιτισμό της και είναι παρασκευασμένα με ποιοτικά υλικά και μαγειρική τέχνη, τα φεστιβάλ τροφίμων βοηθούν στο χτίσιμο θετικής εικόνας για έναν προορισμό όταν εστιάζουν στην προβολή των τοπικών προϊόντων και της τοπικής κουζίνας.
Τα προϊόντα ΠΟΠ και ΠΓΕ θωρακίζουν και τονώνουν τη γαστρονομία, αφού προστατεύουν και συμβάλλουν στη διατήρηση της συλλογικής πνευματικής ιδιοκτησίας που συνδέεται άρρηκτα με τη γεωγραφική ποικιλομορφία, την πολιτιστική παράδοση, ακόμη και με τις μεθόδους παραγωγής – και είναι θετικό το ότι η χώρα μας κατέχει σεβαστό μερίδιο στο σύνολο των ονομασιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Εμπόδια που Θεωρούνται Καθοριστικά για την Απουσία Διασύνδεσης των Δύο Κλάδων
Ένα από τα εμπόδια που αναφέρονται πιο συχνά σχετικά με την αδυναμία διασύνδεσης της εγχώριας αγροδιατροφής με τον τουρισμό και την εστίαση είναι ο παράγοντας του κόστους.
Αδιαμφισβήτητα, το κόστος των τοπικών και των εγχώριων προϊόντων είναι πάντα υψηλότερο από το κόστος των ξένων, όμως υπάρχουν σοβαρές διαφοροποιήσεις στο πεδίο της ποιότητας που δυσκολεύει τη σύγκριση μεταξύ των προσφερόμενων τιμών, γιατί τα προϊόντα δεν είναι, τελικά, τα ίδια. Υπάρχει αντικειμενική θεώρηση και στην ποιότητα.
Δυστυχώς, η ελληνική παραγωγή δεν απολαμβάνει –κατά κανόνα– οικονομίες κλίμακος, με αποτέλεσμα οι τιμές να μην είναι ανταγωνιστικές, ενώ ένα άλλο πρόβλημα είναι πως υπάρχει έλλειμμα οργάνωσης και συνεργασίας μεταξύ των παραγωγών.
Στην εποχή μας, τα απρόβλεπτα φαινόμενα, όπως οι έκτακτες καιρικές συνθήκες, παίζουν και αυτές πολύ σημαντικό ρόλο, αφού εξαιτίας τους εύκολα μπορεί να εκτοξευθούν οι τιμές των εγχώριων προϊόντων. Φυσικά, είναι και ζήτημα προσδοκιών και χρονικού ορίζοντα του ίδιου του επιχειρηματία το πώς αντιμετωπίζει τις τιμές των προϊόντων.
Ένα επιπλέον εμπόδιο που προκύπτει είναι η δυνατότητα πιστοποίησης των προϊόντων εύκολα και με οικονομικό τρόπο, ώστε να ακολουθήσει ομαλά η πώλησή τους, καθώς και οι επιχειρηματίες θεωρούν πως η πιστοποίηση είναι αναγκαία συνθήκη για να συνεργαστούν με έναν προμηθευτή. Πολλές φορές όμως οι τοπικοί παραγωγοί δεν προσφέρουν καν τυποποιημένα προϊόντα.
Τέλος, βασικό εμπόδιο φαίνεται να προκύπτει και στη συνεργασία με τους παραγωγούς και τους προμηθευτές τοπικών προϊόντων. Οι επιχειρηματίες δείχνουν να δυσκολεύονται σε ορισμένες περιοχές στην εξεύρεση τοπικών παραγωγών, ενώ, ακόμα και όταν βρεθούν οι κατάλληλοι προμηθευτές για τις ανάγκες της μονάδας, η ισορρόπηση της συνεργασίας προϋποθέτει μεγάλη προσπάθεια και δουλειά. Πολλές φορές προκύπτουν θέματα αναξιοπιστίας και καθυστερήσεων των παραδόσεων.
Σε γενικές, πάντως, γραμμές φαίνεται οι διαδικασίες να βελτιώνονται με την πάροδο του χρόνου. Συγκεκριμένα σε ό,τι αφορά το «Ελληνικό Πρωινό», μοιάζει ωφέλιμη και προσοδοφόρα στρατηγική, με τους επισκέπτες να αφήνουν θετικά σχόλια και τις μονάδες να βελτιώνουν τη φήμη τους. Σίγουρα με κάποιες διορθωτικές κινήσεις το πρόγραμμα μπορεί να αυξήσει τη διείσδυσή του στα καταλύματα και την απήχησή του στους ταξιδιώτες.
Προσωπική μου πρόταση θα ήταν να προβληθεί πιο έντονα και να κατοχυρωθεί διεθνώς το brand «Ελληνικό Πρωινό-Greek Breakfast» ως πιο συγκεκριμένο σύνολο προϊόντων, τα οποία θα περιλαμβάνονται απαραίτητα ή κατ’ επιλογή, ώστε να επιτρέπεται στην όποια μονάδα εστίασης στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό να χρησιμοποιεί τον όρο. Οι συγκεκριμένες αυτές προϋποθέσεις θα αυξήσουν την ποιότητα, την αναγνωρισιμότητα, τη δημοφιλία και τελικά τη ζήτηση του συγκεκριμένου brand, με παράλληλη κατακόρυφη αύξηση της ζήτησης των προϊόντων των τοπικών παραγωγών, που θα αποτελούν συστατικά στοιχεία του.
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
10 Πρόσωπα | 10 Τεύχη Carpe Vinum
Η Selene Vedema Επιστρέφει στις 29-30 Σεπτεμβρίου στη Σαντορίνη