Πολλά άτομα που υποφέρουν από περιττό βάρος διατηρούν την πεποίθηση ότι δεν μπορούν ή «δεν πρέπει» να ξεκινήσουν να ασκούνται αν η ζυγαριά δεν δείξει λιγότερα κιλά. Η πεποίθηση αυτή βασίζεται σε πολλές παλαιωμένες και μη επικαιροποιημένες απόψεις και αντιλήψεις, που ευτυχώς η σύγχρονη έρευνα και επιστημονική μέθοδος έρχεται να αποσαφηνίσει.
Πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό British Journal of Sports Medicine επιβεβαιώνει ότι ένα σώμα με υψηλή καρδιοαναπνευστική ικανότητα είναι πολύ πιο προστατευμένο από ότι ένα σώμα με χαμηλή καρδιοαναπνευστική ικανότητα, ανεξαρτήτως του βάρους του. Γεγονός το οποίο θέτει την προτεραιότητα στην άσκηση και όχι στη ζυγαριά.
Συγκεκριμένα, ο σκοπός της μελέτης ήταν η αξιολόγηση της σχέσης της καρδιοαναπνευστικής ικανότητας (cardiorespiratory fitness, CRF) και του Δείκτη Μάζας Σώματος (body mass index, BMI) με τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου (cardiovascular diseases, CVD) και τη θνησιμότητα από όλες τις αιτίες.
Η Μελέτη
Η ομάδα αναφοράς που χρησιμοποιήθηκε ήταν άτομα φυσιολογικού βάρους με καλή φυσική κατάσταση, τα οποία συγκρίθηκαν με άτομα φυσιολογικού βάρους αλλά με κακή φυσική κατάσταση και με υπέρβαρα και παχύσαρκα άτομα με κακή ή καλή φυσική κατάσταση.
Για τις ανάγκες της μελέτης συμπεριλήφθηκαν άρθρα που πληρούσαν τα παρακάτω κριτήρια: (1) ήταν δημοσιευμένα μεταξύ Ιανουαρίου 1980 και Φεβρουαρίου 2023, (2) ήταν προοπτικές μελέτες κοόρτης, (3) αξιλογούσαν τη CRF με μέγιστη δοκιμασία ή δοκιμασία VO2peak, (4) μετρούσαν ή ανέφεραν τον δείκτη μάζας σώματος BMI, (5) ανέλυαν την επίδραση της CRF και του BMI στη θνησιμότητα από όλες τις αιτίες ή στη θνησιμότητα από CVD, και (6) είχαν χρησιμοποιηθεί ως ομάδα αναφοράς άτομα φυσιολογικού βάρους με καλή φυσική κατάσταση.
Συμπεριλήφθηκαν 20 άρθρα, με συνολικά 398.716 παρατηρήσεις. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι, σε σύγκριση με την ομάδα αναφοράς, τα υπέρβαρα και τα παχύσαρκα άτομα με καλή φυσική κατάσταση δεν παρουσίασαν στατιστικά διαφορετικό κίνδυνο θνησιμότητας. Αντίθετα, άτομα φυσιολογικού βάρους, υπέρβαρα και παχύσαρκα με κακή φυσική κατάσταση παρουσίασαν 2 έως 3 φορές μεγαλύτερους κινδύνους θνησιμότητας.
Ένα σώμα με υψηλή καρδιοαναπνευστική ικανότητα είναι πολύ πιο προστατευμένο από ό,τι ένα σώμα με χαμηλή καρδιοαναπνευστική ικανότητα, ανεξαρτήτως του βάρους του.
CRF και CVD
Η μελέτη αυτή έρχεται να δώσει ιδιαίτερη βάση στην καρδιοαναπνευστική ικανότητα (CRF) ως ισχυρή προγνωστική παράμετρο για τη θνησιμότητα από CVD και άλλες αιτίες, μειώνοντας τους κινδύνους που σχετίζονται με το υπερβολικό βάρος και την παχυσαρκία και θέτοντας την εστίαση στη φυσική δραστηριότητα και άσκηση, ανεξαρτήτως βάρους.
Δεν είναι η πρώτη φορά που τονίζεται αυτή η σχέση, ενώ ο μεγαλύτερος όγκος μελετών έως σήμερα ανήκει στη μελέτη του διαβήτη. Πολλές μελέτες έχουν εξετάσει τις επιδράσεις διαφορετικών τύπων σωματικής άσκησης (PA) σε άτομα με διαβήτη. Οι βασικοί τύποι PA που έχουν μελετηθεί περιλαμβάνουν την αερόβια, την αναερόβια άσκηση και την προπόνηση υψηλής έντασης διαλειμματικού τύπου (HIIT).

Η Σημασία της Αερόβιας Άσκησης
Η αερόβια άσκηση ή άσκηση αντοχής χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενες και συνεχείς κινήσεις μεγάλων μυϊκών ομάδων. Παραδείγματα αερόβιας άσκησης περιλαμβάνουν την ποδηλασία, το χορό, την πεζοπορία, το τζόγκινγκ/μακρινό τρέξιμο, την κολύμβηση και το περπάτημα.
Η αερόβια άσκηση ενεργοποιεί τη γλυκόλυση, οδηγώντας σε ταχεία παραγωγή ATP (ενέργειας) και γαλακτικού οξέος. Σε άτομα με διαβήτη, έχει αποδειχθεί ότι βελτιώνει την ευαισθησία στην ινσουλίνη, τη λειτουργία των πνευμόνων, του ανοσοποιητικού και του καρδιαγγειακού συστήματος, και συνδέεται με χαμηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων και συνολικής θνησιμότητας.
Συγκεκριμένα, η αερόβια άσκηση βελτιώνει τον μεταβολισμό των λιπιδίων και μειώνει την αντίσταση στην ινσουλίνη σε άτομα με διαβήτη τύπου 1 (T1D), ενώ μειώνει την αρτηριακή πίεση, τα τριγλυκερίδια, την αντίσταση στην ινσουλίνη και τη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1C) σε άτομα με διαβήτη τύπου 2 (T2D).
Οι συστάσεις προτείνουν ότι η αερόβια δραστηριότητα πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον 150 λεπτά την εβδομάδα, με μέτρια έως έντονη ένταση σε άτομα με διαβήτη. Ωστόσο, η αερόβια άσκηση μπορεί να πραγματοποιηθεί συνεχόμενα ή ως HIIT, που χαρακτηρίζεται από σύντομες έντονες εκρήξεις με περιόδους αποκατάστασης. Παρόμοια καρδιοπροστατευτικά και μεταβολικά οφέλη μπορούν να επιτευχθούν με το HIIT σε νεότερους ή πιο σωματικά ικανούς ασθενείς όταν εκτελείται έντονα για 75 λεπτά την εβδομάδα. Παρ’ όλα αυτά, το HIIT συνιστάται κυρίως σε κλινικά σταθερούς ασθενείς που ήδη εκτελούν έντονες σωματικές δραστηριότητες και υπό επίβλεψη.
Ο στόχος της θεραπείας του διαβήτη (DM) είναι σίγουρα η μείωση του κινδύνου βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων επιπλοκών. Η πιο ισχυρή σύσταση, όπως επιβεβαιώνεται και στις πιο πρόσφατες κατευθυντήριες οδηγίες για τη διαχείριση του διαβήτη, απαιτεί συνεχή προσοχή στην εφαρμογή ενός εξατομικευμένου τρόπου ζωής και θεραπείας, με την προσαρμογή των φαρμακευτικών και μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων (διατροφική θεραπεία, οδηγίες για σωματική άσκηση) στο μεταβολικό και κλινικό προφίλ κάθε ασθενούς.
***
Αν θες να βελτιώσεις το βάρος σου και τις διατροφικές σου συνήθειες γενικότερα, προλαμβάνοντας μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην καρδιοαγγειακή και μεταβολική σου υγεία, ξεκίνα σήμερα, ξεκίνα με υπομονή και όρεξη να σε φροντίσεις με ή χωρίς φάρμακα. Επικοινώνησε μαζί μου για να σε βοηθήσω με την εξατομικευμένη σου διατροφική βοήθεια.
Μέχρι την επόμενη φορά, να θυμάσαι ότι η διατροφή είναι πρωτίστως μέσο υγείας και όχι αισθητικής.
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Η Απώλεια Βάρους την Εποχή του Ozempic