Ευτυχώς στην Ελλάδα, ακόμα και στις πιο μαύρες στιγμές, η έκδοση νέων βιβλίων δεν σταμάτησε ποτέ. Μπορεί να κάμφθηκε αλλά δεν νικήθηκε. Ακόμα και στα δύσκολα χρόνια της επέλασης του λαϊκισμού των Αγανακτισμένων, η εκδοτική προσπάθεια άντεξε. Σημαντικά βιβλιοπωλεία γειτονιάς έκαναν την εμφάνισή τους, ενδιαφέροντες τίτλοι εκδόθηκαν, και πάνω απ’ όλα, οι Έλληνες συνέχισαν να διαβάζουν. Το ίδιο συνέβη και στην πανδημία κατά την οποία, αν και άνθισαν και… περίεργα φρούτα εύπεπτων, λογοτεχνίζοντων έργων, υπήρξαν εκδόσεις και άνθρωποι που κατέθεσαν και καταθέτουν την ψυχή τους.
Ένας από αυτούς είναι και ο Αλέξανδρος Κυπριώτης. Γεννημένος στην Αθήνα, σπούδασε Γερμανική Γλώσσα και Φιλολογία στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έχει γράψει θεατρικά έργα, διηγήματα, μικρά πεζά, παραμύθια και ποιήματα. Έχει μεταφράσει Thomas Mann, Franz Kafka, Ernst Weiss, Hans Erich Nossack, Thomas Bernhard, Marcel Reich-Ranicki, Botho Strauss, Jenny Erpenbeck, Karen Duve, Elfriede Jelinek, Mohammad Hemati, Katharina Bendixen κ.ά.
Έχει διδάξει μετάφραση γερμανόφωνης λογοτεχνίας επί σειρά ετών, ενώ μεταφράσεις του έχουν τιμηθεί από το Υπουργείο Πολιτισμού και Τεχνών της Αυστρίας (Ernst Weiss, Ο Αυτόπτης Μάρτυρας, Σκαρίφημα, 2017 και Thomas Bernhard, Γεγονότα, Εξάντας, 2019). Με τον Ιρανό ποιητή και μεταφραστή Mohammad Hemati ίδρυσαν το 2018 το “Εργαστήρι μετάφρασης σύγχρονης περσικής και ελληνικής ποίησης εν προόδω” και το 2019 το εν εξελίξει διεθνές πρότζεκτ “Abolish Borders With Words”. Το 2021 ίδρυσε τον εκδοτικό οίκο “η βαλίτσα“, ο πρώτος τίτλος του οποίου (Franz Kafka, Ο Μπλούμφελντ, ένας γηραιός εργένης) μόλις κυκλοφόρησε.
Λίγες μέρες πριν την έκδοση του πρώτου βιβλίου των εκδόσεων “η βαλίτσα”, μίλησε στην αθηΝΕΑ.
Πόσο γενναίο είναι να δημιουργείς έναν εκδοτικό οίκο εν μέσω πανδημίας;
Γενναίο εν μέσω πανδημίας είναι να παίρνεις το γεμάτο λεωφορείο για να πηγαίνεις στη δουλειά σου κάθε πρωί, να συνοδεύεις έναν άρρωστο δικό σου άνθρωπο στο νοσοκομείο, γιατί πρέπει να κάνει κάποιες εξετάσεις που δεν αναβάλλονται, ή να αγκαλιάζεις και να κοιμάσαι μ’ έναν άνθρωπο που η δουλειά του τον αναγκάζει να έρχεται σε επαφή με πολλούς άλλους ανθρώπους, γιατί μπορεί να δουλεύει σ’ ένα σούπερ μάρκετ για παράδειγμα. Δεν θα χαρακτήριζα γενναία, επομένως, την ίδρυση ενός εκδοτικού οίκου εν μέσω πανδημίας.
Αν και η συγκεκριμένη ιδέα της δημιουργίας του εκδοτικού οίκου “η βαλίτσα” μου ήρθε στα τέλη του 2019, ακριβώς πριν από την πανδημία δηλαδή, μια πολύ καλή μου φίλη μου θύμισε, όταν έπιασε το πρώτο βιβλίο στα χέρια της, ότι η ίδρυση ενός εκδοτικού οίκου ήταν ένα όνειρο που είχα μοιραστεί μαζί της πριν από πολλά χρόνια. Είναι κι αυτό ένα από τα καλά που μας προσφέρουν οι μακρόχρονες καλές φιλίες, να μας θυμίζουν καμιά φορά ποιοι ήμασταν. Οπότε, θα έλεγα ότι η πανδημία καθυστέρησε κάπως την πραγματοποίηση αυτού του ονείρου, αλλά λιγότερο ίσως από άλλες ομαλότερες συνθήκες στο παρελθόν.
Η δημιουργία του εκδοτικού οίκου ήταν μια φυσική εξέλιξη της ενασχόλησής μου με το βιβλίο τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια.
Ενέχει, βέβαια, και ένα οικονομικό ρίσκο η ίδρυση ενός εκδοτικού οίκου. Ωστόσο, θα έλεγα ότι κακώς έχει αποκοπεί ουσιαστικά από τη συνείδησή μας το ότι η έκδοση βιβλίων είναι πρωταρχικά μια πράξη πολιτισμού και κατά δεύτερο λόγο μια εμπορική πράξη. Αυτός ήταν και ο λόγος που αναζήτησα και χορηγό για την έκδοση του πρώτου τίτλου, για να ξαναθυμηθούμε και αυτή τη διάσταση της έκδοσης βιβλίων, ότι ως πράξη πολιτισμού μπορεί και πρέπει, θα έλεγα, να βρίσκει υποστήριξη από χορηγούς. Κάποιοι, στους οποίους απευθύνθηκα, δεν απάντησαν καν, κάποιοι απάντησαν αρνητικά, αλλά η κυπριακή Wunderart Productions ανταποκρίθηκε θετικά. Η συμβολή της Wunderart Productions ήταν σημαντική, ασφαλώς, όσον αφορά το οικονομικό ρίσκο της έκδοσης. Ωστόσο, η απόφαση για την έκδοση είχε ήδη ληφθεί και θα γινόταν με ή χωρίς χορηγό. Ήταν μια φυσική εξέλιξη, θα έλεγα, της ενασχόλησής μου με το βιβλίο τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια.
Ποια η σχέση σας με το βιβλίο;
Είμαι συγγραφέας και μεταφραστής λογοτεχνίας. Το πρώτο μου θεατρικό έργο το έγραψα το 1995 και η πρώτη μου μετάφραση εκδόθηκε το 2000. Μέσα σ’ αυτά τα χρόνια, με την ιδιότητα του μεταφραστή, πρότεινα σε διάφορους εκδοτικούς οίκους συγγραφείς που ήταν άγνωστοι ακόμα στην Ελλάδα και ήθελα πολύ να τους μεταφράσω. Θα αναφέρω πρώτα την Jenny Erpenbeck, που τα βιβλία της άρχισαν να βγαίνουν από την Ίνδικτο και τώρα πια εκδίδονται από τις εκδόσεις Καστανιώτη, τον Eduard von Keyserling που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στα ελληνικά από τον Εξάντα, αλλά και τον Mohammad Hemati και την Katharina Bendixen που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Σκαρίφημα, απ’ όπου θα κυκλοφορήσουν για πρώτη φορά επίσης στα ελληνικά και ο André Kaminski και ο Sama Maani.
Μάλιστα, τελευταία άρχισα να προτείνω και συγγραφείς από γλώσσες που διάβασα σε μετάφραση, όπως για παράδειγμα την Carla Bessa από τη Βραζιλία, η οποία επίσης θα εκδοθεί από το Σκαρίφημα, σε μετάφραση Νίκου Πρατσίνη, ή την Teresa Ruiz Rosas από το Περού. Κάπως έτσι ωρίμασαν, θα έλεγα, οι συνθήκες, ώστε να προχωρήσω στην ίδρυση του δικού μου εκδοτικού οίκου.
Γιατί επιλέξατε Kafka και τι θα ακολουθήσει;
Ως πρώτο βήμα θεωρούσα αυτονόητο ότι το πρώτο βιβλίο θα είναι μια δική μου μετάφραση. Με τον Franz Kafka ασχολούμαι πολλά χρόνια, τόσο σε μεταφραστικό όσο και σε συγγραφικό επίπεδο. Το κείμενο “Ο Μπλούμφελντ ένας γηραιός εργένης” με είχε γοητεύσει από την πρώτη φορά που το διάβασα, ούτε θυμάμαι πόσα χρόνια πριν. Αν και έχει κυκλοφορήσει παλιότερα στα ελληνικά μαζί με άλλα κείμενα του Kafka, πάντα πίστευα ότι του αξίζει μια ξεχωριστή αυτόνομη έκδοση. Είναι γραμμένο σε μια πολύ σημαντική περίοδο της ζωής του Kafka. Άρχισε να το γράφει λίγες ημέρες αφού διέκοψε τη συγγραφή της Δίκης και αφού είχε κάνει μια αποτυχημένη προσπάθεια επανασύνδεσης με τη Felice Bauer.
Ως χαρακτήρας ο Μπλούμφελντ διαφέρει από τους άλλους πολύ γνωστούς ήρωες του Kafka που βασανίζονται από ενοχές. Συγχρόνως το έργο αναδεικνύει όλο το χιούμορ του Kafka, που πολλές φορές το υποτιμούν και οι μελετητές αλλά και οι μεταφραστές του έργου του, βλέποντας στον Kafka μόνο τις σκοτεινές καταστάσεις που περιγράφει. Ωστόσο, στα γερμανικά υπάρχει η φράση “χιούμορ είναι όταν παρ’ όλ’ αυτά γελάς” και αυτό ακριβώς είναι το κείμενο “Ο Μπλούμφελντ ένας γηραιός εργένης”.
Επίσης το γεγονός ότι πρόκειται για ένα σπάραγμα, ένα μη ολοκληρωμένο έργο, όπως είναι και τόσα άλλα του Kafka βέβαια, το είδα ως ιδανική περίπτωση να γίνει ο πρώτος τίτλος των εκδόσεων “η βαλίτσα”. Σκέφτηκα ότι θα είναι ένα βιβλίο που όποιος το διαβάζει μπορεί να το ολοκληρώνει κάθε φορά με τον δικό του τρόπο. Και ο ίδιος άνθρωπος μπορεί αργότερα, όταν θα το ξαναδιαβάσει, να του δώσει ένα άλλο τέλος ή να το αφήσει ανοιχτό. Ούτως ή άλλως αυτό θεωρώ ότι είναι το κέρδος μας απ’ τη λογοτεχνία, ανοίγει τους ορίζοντές μας, τσακίζει και ανατρέπει τις βεβαιότητές μας. Από την άλλη, η μικρή έκταση του κειμένου καθιστούσε δυνατή από άποψη κόστους και τη δίγλωσση έκδοση.
Το κείμενο “Ο Μπλούμφελντ ένας γηραιός εργένης” με είχε γοητεύσει από την πρώτη φορά που το διάβασα. Αν και έχει κυκλοφορήσει παλιότερα στα ελληνικά μαζί με άλλα κείμενα του Kafka, πάντα πίστευα ότι του αξίζει μια ξεχωριστή αυτόνομη έκδοση.
Αυτό με ενδιέφερε για δύο λόγους. Πρώτον, θα είχα τη δυνατότητα να δημοσιεύσω και να μεταφράσω αυτό το κείμενο από την έκδοση του χειρογράφου του Franz Kafka αλλά με την απαραίτητη επιμέλεια, αφού το πρωτότυπο δεν είχε δημοσιευθεί όσο ήταν εν ζωή ο Kafka και είχε κάποιες αβλεψίες. Συγχρόνως μπορούσα πλέον να απαλλαγώ από την επιμέλεια που είχε κάνει στο κείμενο ο Max Brod αλλάζοντας τον αφηγηματικό ρυθμό του Kafka αλλά και από κάποιες αβλεψίες του Brod και λάθη κατά την αντιγραφή του κειμένου. Δεύτερον, ως δίγλωσση έκδοση θα κάλυπτε και ένα άλλο κομμάτι των δραστηριοτήτων μου, αυτό της διδασκαλίας της μετάφρασης, με την έννοια ότι μπορεί να το μελετήσει οποιοσδήποτε θέλει να ρίξει μια ματιά στο μεταφραστικό εργαστήρι μου. Σε συμβολικό επίπεδο είναι πολύ σημαντικό ότι η συγκεκριμένη έκδοση έγινε με την υποστήριξη της Αυστριακής Εταιρείας για τη Λογοτεχνία και της Αυστριακής Εταιρείας Franz Kafka, κάτι που γίνεται για πρώτη φορά στα εκδοτικά πράγματα στην Ελλάδα τουλάχιστον.
Η έκδοση συνοδεύεται από QR codes, δηλαδή κώδικες γρήγορης ανταπόκρισης, τους οποίους μπορεί να σκανάρει όποιος θέλει με το κινητό του και να ακούσει ολόκληρο το βιβλίο από το διαδίκτυο: την εισαγωγή, το γερμανικό κείμενο, την ελληνική μετάφραση και το εκτενές επίμετρο για τον Franz Kafka και την εποχή του. Εύχομαι να ανταποκριθεί το αναγνωστικό κοινό σε αυτή την πρώτη προσπάθεια, ώστε να ακολουθήσουν με μια μεγαλύτερη σιγουριά και τα επόμενα βήματα. Είμαι, εκ φύσεως, αισιόδοξος άνθρωπος.
Υπάρχουν ήδη αρκετά συγκεκριμένα σχέδια για το μέλλον. Φυσικά θα κάνω και εγώ κάποιες μεταφράσεις, αλλά δεν θα είμαι ο μοναδικός μεταφραστής των εκδόσεων. Θα ακολουθήσουν και άλλες δίγλωσσες εκδόσεις παλαιότερων κειμένων από τα ιταλικά, τα ισπανικά και τα γερμανικά, τα οποία ετοιμάζονται ήδη από τις μεταφράστριές τους, αλλά και σύγχρονα έργα, όπως το μυθιστόρημα ενός Ιρανού νέου συγγραφέα, που κυκλοφόρησε πριν από λίγα χρόνια στο Ιράν και πολύ γρήγορα απαγορεύτηκε από το καθεστώς και αποσύρθηκε, η μετάφραση του οποίου έχει ήδη ανατεθεί σε έναν μεταφραστή. Κατά τα άλλα βρίσκομαι προς το παρόν σε συζητήσεις για τα μεταφραστικά δικαιώματα κάποιων έργων μιας σπουδαίας ισπανόφωνης συγγραφέως, του μυθιστορήματος ενός νέου πολυβραβευμένου γερμανόφωνου συγγραφέα και της ποιητικής συλλογής μιας επίσης νέας Γερμανίδας ποιήτριας με πολλές διακρίσεις. Ωστόσο, ο δεύτερος τίτλος θα είναι ένα ελληνικό βιβλίο, ένα πολύ ιδιαίτερο και ξεχωριστό κείμενο της Γλυκερίας Μπασδέκη, η οποία μου έκανε την τιμή να δεχθεί την πρότασή μου.
Θα ακολουθήσουν και άλλες δίγλωσσες εκδόσεις παλαιότερων κειμένων από τα ιταλικά, τα ισπανικά και τα γερμανικά, αλλά και σύγχρονα έργα.
Ποιος θα είναι ο ρόλος του βιβλίου στη μετά πανδημία εποχή;
Δεν ξέρω πόση σοφία μπορεί να μας χάρισε ή να μας χαρίσει αυτή η πανδημία. Δεν ξέρω πραγματικά αν κάποιοι ανακάλυψαν το διάβασμα την περίοδο της πανδημίας ή αν κάποιοι άλλοι άρχισαν να διαβάζουν πιο πολύ και θα διατηρήσουν αυτή τη συνήθεια. Δεν ξέρω, από την άλλη, αν κάποιοι παράτησαν το διάβασμα κατά την πανδημία για ψυχολογικούς ή οικονομικούς λόγους. Έχω φίλους και γνωστούς που έχασαν τη δουλειά τους εν μέσω πανδημίας. Όσοι από αυτούς αγόραζαν βιβλία μπορούν να αγοράζουν λιγότερα πια. Από την άλλη υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να αγοράζουν βιβλία αλλά προτιμούν να κάνουν κάτι άλλο, κάποιοι άλλοι θέλουν να αγοράζουν βιβλία, αλλά δεν μπορούν να αγοράζουν όσα θέλουν. Το τι γίνεται με τα εργασιακά τώρα έχει να κάνει και με την αγοραστική συμπεριφορά των εργαζομένων στο μέλλον και κατ’ επέκταση και με το διάβασμα.
Βέβαια, το διάβασμα παραμένει πράξη αντίστασης. Μάλλον, μπορεί να είναι ή να γίνει πράξη αντίστασης, γιατί μπορεί να είναι και απλή κατανάλωση βιβλίων. Το ότι αγοράζω ή διαβάζω ένα βιβλίο δεν αποδεικνύει τίποτα από μόνο του. Ακόμα και όταν το βιβλίο είναι καλό, πόσο μάλλον όταν είναι κακό. Ένα βιβλιοφιλικό κοινό χωρίς κοινωνικές ευαισθησίες δεν έχει καμία άλλη αξία πέρα από την εμπορική. Με ρωτήσατε ποιος θα είναι ο ρόλος του βιβλίου στην εποχή μετά την πανδημία. Ποιος ήταν άραγε ο ρόλος του βιβλίου στην προ πανδημίας εποχή; Έχω την αίσθηση ότι κάποιες φορές ζητάμε από τα βιβλία να κάνουν θαύματα. Αν μπορεί κάποιος να κάνει θαύματα είναι ο άνθρωπος ως πολιτικό ον.
***
Είναι τελικά αντίσταση η ανάγνωση; Μπορούν τα βιβλία να κάνουν θαύματα; Δεν έχω καμία από τις δύο απαντήσεις. Αυτό που μόνο ξέρω είναι ότι, στην εποχή της “φτηνής ποπ λογοτεχνίας της σαπουνόπερας”, κάθε φορά που βουτάμε στον κλασικό ή αυτό που αποτελεί ειλικρινή κατάδυση σε ψυχικό αποτύπωμα, τότε υπάρχει πραγματικά ελπίδα. Καλή ανάγνωση.
Δείτε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Το Διάβασμα Είναι Θέμα Κουλτούρας, Όχι Σημείο των Καιρών