Είδαμε το «Ναμπούκκο» στο Ηρώδειο | «Πέτα Σκέψη…»

Από καθαρή τύχη βρέθηκα στις μπροστινές και κεντρικές θέσεις του Ηρωδείου την τελευταία ημέρα της παρουσίασης της όπερας «Ναμπούκκο», σε μουσική διεύθυνση του Paolo Carignani, σκηνοθεσία του Leo Muscato και παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.

Αναφέρομαι στη θέση μου καθώς είναι εντυπωσιακή η διαφορά όταν παρακολουθείς από τόσο κοντά την ορχήστρα, τους λυρικούς τραγουδιστές και τις τραγουδίστριες αλλά και τη χορωδία.

Στη διανομή της 30ής Ιουλίου, τον ρόλο του Ναμπούκκο είχε ο Τάσης Χριστογιαννόπουλος, του Ισμαέλε ο Κωνσταντίνος Κληρονόμος, του Ζαχαρία ο Πέτρος Μαγουλάς, της Αμπιγκαΐλλε η Olga Maslova, της Φενένα η Μαρισία Παπαλεξίου. Τέλος, στον ρόλο του Αρχιερέα ήταν ο Βαγγέλης Μανιάτης, του Αμπντάλλ ο Γιάννης Καλύβας και της Άννας η Εβίτα Χιώτη. Τους συνόδευε η Ορχήστρα και η Χορωδία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.

Με αφορμή μια πραγματικά άστοχη και θλιβερή κριτική που έτυχε να διαβάσω, στέκομαι ως κοινωνιολόγος και όχι ως μουσικός στο τι ακριβώς είδαμε και ποιοι το είδαμε. Ποια ήταν η ανάγκη που μας έσπρωξε να γεμίσουμε για 4η μέρα το Ηρώδειο, σχετικοί και άσχετοι, Έλληνες και αλλοδαποί, «διαβασμένοι» και μη;

Λίγα Λόγια για το Έργο

Η ιστορικότητα των γεγονότων στην όπερα του Verdi δεν έχει πολλή σημασία. Αναφέρεται στην κατάκτηση της Ιερουσαλήμ το 587 π.Χ. από τον Ναβουχοδονόσορα, ωστόσο θεωρείται ότι στο συγκεκριμένο έργο οι χαρακτήρες και τα γεγονότα εμπλέκουν διαφορετικές πολιορκίες, βιβλικές αναφορές και διαφορετικά ιστορικά πρόσωπα.

Τυπικά, η υπόθεση αφορά την αιχμαλωσία των Εβραίων από τον βασιλιά της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορα (Ναμπούκκο). Η εξουσία τρέφει την αλαζονεία, οι Εβραίοι αποτελούν τα «θηράματα» και ο ίδιος ζητά απ’ όλους να τον προσκυνήσουν ως θεό, μέχρι τελικά να δεχτεί την τιμωρία σε μορφή κεραυνού.

Τελικά, θα βρει τα… λογικά του όταν αναγνωρίσει ως μόνο αληθινό θεό τον Ιεχωβά, θα απελευθερώσει τους Εβραίους και θα συναινέσει στη σχέση της πραγματικής κόρης του, της Φενένας, με τον Ισμαέλε, ανιψιό του βασιλιά της Ιερουσαλήμ. Στον Ιεχωβά στρέφεται μετανιωμένη στο τέλος και η Αμπιγκαΐλλε, που σφετερίστηκε την εξουσία του Ναμπούκκο.

Δικαίωμα στην Τέχνη

Η όπερα: όπου η μουσική συμπλέει με την ηθοποιία δεν έχουμε το πιο εύκολο είδος. Συνήθως διαρκεί αρκετά, πολλές φορές μπορεί να κουράσει, απαιτεί κάποιες γνώσεις και την προσοχή μας. Εντελώς αφαιρετικά, όπως λέει και μια φίλη, «είναι οι σαπουνόπερες του 19ου αιώνα». Έρωτες, μίση, πάθη, παιχνίδια εξουσίας και αρκετά μεγάλη δόση τιμωρίας, δίκαιης ή άδικης.

Γιατί, λοιπόν, γεμίζουμε το Ηρώδειο και ποιοι το γεμίζουμε; Έχουμε τέτοιο δικαίωμα ή πρέπει να παίρνουμε την… άδεια από επιεικώς άσχετους ανθρώπους που έχουν βρει βήμα σε διάφορα έντυπα; Ανήκει σε κάποιον η τέχνη και δεν ενημερωθήκαμε; Γιατί έχουμε γεμίσει τιμητές, κήνσορες και θεράποντες;

Τι παρακολούθησε, λοιπόν, ο κοινωνιολόγος που σας γράφει τώρα; Παρακολούθησε μια ορχήστρα να θέλει πολύ να προσφέρει ένα αποτέλεσμα ηχητικά αξιόλογο, πολύπλοκο και ζηλευτό. O Paolo Carignani, εκφραστικός, σαν κύμα, καθοδηγούσε τα «πλεούμενα», μια ορχήστρα αφοσιωμένη, που τον κοίταζε στα μάτια και παλλόταν μαζί του σαν ένα σώμα επί τρεις ώρες. Δουλεμένο σύνολο, μας έδωσε την ευκαιρία να ξεχωρίσουμε όμορφες ηχητικές λεπτομέρειες και «παιχνίδια» που έστησε ο Verdi χρησιμοποιώντας ποικίλους μελωδικούς και ρυθμικούς δρόμους.

Το πάθος του Carignani αποτυπώθηκε, καθότι και Ιταλός, όταν ζήτησε από το κοινό, με το χέρι υψωμένο, να μη χειροκροτήσει πριν από την πλήρη ολοκλήρωση, τη «φερμάτα», του Va Pensiero. Αυτό δεν συνέβη –οι θεατές στις μακρινές κερκίδες δεν «έπιασαν» το νόημα– αλλά πραγματικά δεν πειράζει. Προσωπικά, είναι αυτό ακριβώς το πάθος των ανθρώπων, που μόνο η τέχνη και ο έρωτας μπορούν να προκαλέσουν, που με συγκινεί.

Στη σκηνή, η πλοκή κύλησε ανεμπόδιστα. Εδώ, θα εμπλέξω το πεπαιδευμένο κοινό. Επιζητώ ο ίδιος να έχω ψάξει τι ακριβώς πηγαίνω να παρακολουθήσω. Σας το προτείνω ως στάδιο προπαρασκευής. Ίσως να αποτελεί και μέρος της μαγείας μιας παράστασης η αναζήτηση του «τι πάω να παρακολουθήσω».

Μας ενδιαφέρει, τελικά, αν θα λυθεί το δράμα; Θέλουμε να ακούσουμε ανθρώπους, όπως ο Τάσης Χριστογιαννόπουλος, ο Κωνσταντίνος Κληρονόμος, ο Πέτρος Μαγουλάς, η Olga Maslova, η Μαρισία Παπαλεξίου αλλά και όλοι οι υπόλοιποι, με φωνή που χρησιμοποιούν σαν μουσικό όργανο, ως αγγελιοφόρους μηνυμάτων πολιτικών, ερωτικών, εν τέλει ανθρώπινων;

Η χορωδία πολυπληθής, εκφραστική, με κίνηση, όχι απλώς συμπλήρωνε αλλά χάριζε πόντους στην πλοκή, καθώς εκπροσωπούσε τον λαό που επιδίωκε να σωθεί και να «σώσει» τον εχθρικό βασιλέα που κατέληξε με το μέρος τους.

Για το «Va Pensiero»: «Πέτα Σκέψη…»

Το ενδιαφέρον στο «Ναμπούκκο» είναι ότι, ενώ περιλαμβάνει θαυμάσιες και συγκινητικές άριες των τενόρων και των σοπράνο, το εμβληματικότερο σημείο της αποτελεί το χορωδιακό «Va Pensiero». Εδώ, επιτρέψτε μου να αναφερθώ στην προσωπική μελέτη και να κάνω μια στάση στο κεφάλαιο «Giuseppe Verdi».

Με μια Ιταλία ακόμα χωρισμένη σε βασίλεια, το συγκεκριμένο χορωδιακό αποτέλεσε και αποτελεί κομβικό, αναπόσπαστο, ενωτικό στοιχείο μιας χώρας που «διαμορφώθηκε» τον 19ο αιώνα. Το «Va Pensiero» χτυπάει στην καρδιά των Ιταλών σαν άλλος εθνικός ύμνος, ενώ και ο ίδιος ο Verdi συνδέθηκε απόλυτα με το Risorgimento, την ένωση της Ιταλίας.

Επιστρέφοντας στην περιγραφή μου ως θεατή –και μάλιστα «περίεργου»– διαπιστώνω για άλλη μια φορά ότι κάποιοι βασικοί κανόνες δεν τηρούνται. Όπως η χρήση κινητών, που αποσπούν από το θέαμα και δείχνουν ξεκάθαρα ότι αδυνατούμε έστω για τρεις ώρες να βάλουμε στην τσέπη την τεχνολογία και να αφεθούμε, όσο μπορούμε και θέλουμε, στο μεγαλείο του έργου, αλλά και να σεβαστούμε τον κόπο αυτών των ανθρώπων, στη χορωδία, στην ορχήστρα ή και πίσω στα παρασκήνια. Επιπλέον, να προσθέσω πως, δυστυχώς, δεν έλειψαν κάποιες ομιλίες, διάφοροι θορύβοι ή ίσως και περιττό χειροκρότημα ανάμεσα στα μέρη.

Εν Κατακλείδι

Τελικά, η συγκεκριμένη παράσταση άφησε κάτι στην ψυχή μας; Όσο το έργο ξεδιπλωνόταν, αισθάνθηκα την πανανθρώπινη προσέγγιση του σκηνοθέτη στο έργο του Verdi. Με ήπιο αλλά σαφή τρόπο, η όλη οπτική παρέπεμπε στο Ολοκαύτωμα και σε κάθε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Στολές και μπότες οι μεν, κουρέλια και χειροπέδες οι δε. Ο Φοίνικας ως συμβολο εξουσίας, οι καπαρντίνες και τα τραγικά αναγνωριστικά σήματα στα ρούχα των Εβραίων. Ή ακόμα και στο Γκουαντάναμο, όπως άλλωστε ανέφερε ο Leo Muscato.

Ο «Ναμπούκκο» όχι μόνο δεν είναι ξεπερασμένο έργο, όπως διάβασα, αλλά συνεχίζει να εμπνέει όπως οι αρχαίες τραγωδίες. Έχουμε ανάγκη την τέχνη να μας πει για την εξουσία, την αλαζονεία της, την κατάχρησή της, την πίστη, την κοινότητα και την κοινωνία ανθρώπων, τον θεό, όπως τον ορίζει καθένας ακόμα και στην ανυπαρξία του, τον έρωτα και την ύβρη.

Προσωπική μου θέση είναι ότι η συγκεκριμένη παράσταση το πέτυχε. Αν στην Αθήνα, τέλη Ιουλίου, το Ηρώδειο γεμίζει για μια όπερα που αισθητικά ήταν συνεπής, ρέουσα και δυναμική, που είχε μια ιστορία να πει και μουσικά μας χάρισε ένα μπουκέτο ήχων γεμάτο από τις πιο όμορφες μυρωδιές συνηχήσεων και συγχορδιών, κι αν τελικά φύγαμε λίγο πιο ήρεμοι και «γεμάτοι» μέσα μας, τότε μπορούμε ακόμα να ελπίζουμε σε κάτι.

 

Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:

To Καλλιτεχνικό Πρόγραμμα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής 2023-2024

Είδαμε τον Mike Scott και τους Waterboys στο Ηρώδειο | Γιατί το Ροκ…

ΕΔΕΜ: 3 Χρόνια Λειτουργίας και Προσφοράς στην Υποστήριξη της Μουσικής Δημιουργίας

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ

Ο Άρης Γαβριελάτος είναι κοινωνιολόγος με μεταπτυχιακές σπουδες στον Κοινωνικό Αποκλεισμό και το Φύλο.

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+