Ας είμαστε ειλικρινείς. Καταδικάζουμε πιο εύκολα ένα δημόσιο πρόσωπο που μας είναι αντιπαθές για τη συμπεριφορά του από το να κάνουμε το ίδιο για κάποιον που θαυμάζουμε, εξ αποστάσεως, επί χρόνια. Κι εγώ το παραδέχομαι: τον Novak Djokovic πολύ τον συμπαθούσα.
Μου άρεσε από τότε που έκανε χιουμοριστικές μιμήσεις του στιλ των συναθλητών του στα αποδυτήρια. Μου άρεσε γιατί μεταξύ των Big Three –Djokovic, Federer, Nadal– ήταν αυτός που είχε κάτι από αουτσάιντερ. Κι ας τους ξεπέρασε πιθανώς στη συνέχεια με την απίστευτη πορεία του, αλλά και τη διάρκειά της.
Μου άρεσε επίσης το ότι ήταν Σέρβος. Τον ένιωθα κάπως πιο κοντά στις δικές μας βαλκανικές καταβολές από ό,τι τον αριστοκρατικό Ελβετό και τον μαχητικό Ισπανό. Μου άρεσε που μιλούσε πολλές γλώσσες, αλλά και το πώς μίλησε στον Στέφανο Τσιτσιπά μετά την ήττα του τελευταίου στο φετινό Roland-Garros. Μου άρεσε που ήταν αφοσιωμένος στο σημαντικό φιλανθρωπικό του έργο.
Έχει νόημα να εντοπίσουμε τους τρόπους με τους οποίους το celebrity culture επηρεάζει το πώς αξιολογούμε ανθρώπους και καταστάσεις. Γιατί, αν το τένις έχει γίνει μέρος της σύγχρονης ποπ κουλτούρας, είναι και για όσα συμβαίνουν και προβάλλονται off the court.
Τους νιώθουμε δε ακόμη πιο «δικούς μας», ακόμα πιο κοντά, χάρη στα social media. Αυτή τη μαγική χαραμάδα που στο 90% του χρόνου προβάλλει μια ιδεατή –αν και συχνά τεχνηέντως προσιτή– εικόνα του ινδάλματος. Μια στις δέκα θα δείξει και κάτι πιο σκοτεινό ή περίεργο – όπως όταν η γυναίκα του Djokovic, η Yelena, ανέβασε ένα βίντεο που συνέδεε τον κορωνοϊό με την τεχνολογία 5G, το οποίο κατηγοριοποιήθηκε ως «ψευδής πληροφορία» από το Instagram.
Παραδέχομαι ότι αυτό το τελευταίο δεν το είχα δει όταν δημοσιεύθηκε, αλλά θέλω να πιστεύω ότι θα με είχε θορυβήσει. Αν και φοβάμαι ότι μπορεί να το είχα με κάποιον τρόπο βάλει στην άκρη, χάρη στην προαναφερθείσα συμπάθεια, η οποία, πάντως, είχε αρχίσει να περιορίζεται σημαντικά όταν διάβασα αυτό το αφιέρωμα του New York Magazine, που αναδείκνυε αρκετές από τις ανορθολογικές, αντι-επιστημονικές πεποιθήσεις του μεγάλου τενίστα. Όμως, μεγάλος γαρ, παρέμενε στο μυαλό μου ως τέτοιος.
Η Αυστραλιανή Συνοριακή Δύναμη έκανε, σε τελική ανάλυση, τη δουλειά της. Έπραξε το αυτονόητο. Είπε ότι οι κανόνες είναι κανόνες. Είτε μας αρέσει είτε όχι. Είτε συμπαθούμε τον Novak Djokovic είτε όχι.
Είναι ασφαλώς οι αθλητικές επιδόσεις και η ευγενής άμιλλα του ανταγωνισμού που μας κάνουν να παρακολουθούμε. Είναι όμως και μια σειρά από παρελκόμενα, που τείνουν στις μέρες μας να γίνονται ακόμα πιο σημαντικά –και είναι και πιο εμπορεύσιμα– από τον αριθμό τίτλων Grand Slam που έχει κάποιος στο βιογραφικό του.
Πιστεύω δε ότι σε μεγάλο βαθμό ήταν τα παρελκόμενα που οδήγησαν το τουρνουά Australian Open να δώσει την περίφημη εξαίρεση στον Djokovic. Απέτυχε έτσι ως θεσμός –και δεν είναι ο πρώτος– να προστατέψει την αξιοπιστία του και να στείλει το σωστό μήνυμα στα εκατομμύρια σε όλο τον κόσμο που παρακολουθούσαν. Που περίμεναν να διαπιστώσουν αν οι σταρ αυτού του κόσμου χαίρουν ειδικής μεταχείρισης εν μέσω πανδημίας.