Όταν τα Παραμύθια δεν Τελειώνουν Ποτέ…

Παραμύθια

Εδώ και αιώνες, η παράδοση των παραμυθιών ριζώνει στις αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας των ανθρώπων. Ιστορίες αφηγημένες ξανά και ξανά, συχνά από αγαπημένα πρόσωπα, με σκοπό να προσφέρουν ψυχαγωγία, χαρά και ελπίδα.

Με την πάροδο του χρόνου η πλειονότητα των παραμυθιών αλλάζει περιεχόμενο και παράγονται καινούργιες εκδοχές, ανάλογα με την εποχή και το κοινωνικό πλαίσιο. Τα τελευταία χρόνια, οι σκοτεινές αφηγήσεις και διδακτικές ιστορίες έχουν εξελιχθεί σε αισιόδοξες ιστορίες, με τα κοινωνικά δίκτυα και τον κινηματογράφο να συνδράμουν ιδιαίτερα, με την Disney (από το 1923) να κατέχει εξέχοντα ρόλο σε αυτή τη διαδικασία.

Εξού και ο όρος «Disneyfied», ο οποίος υποδηλώνει αυτή τη μετάλλαξη στο «και ζήσαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα» των ιστοριών. Διαζευγμένα από κακουχίες, μπρουταλισμούς και ηθικά διλήμματα, η μετάλλαξη των παραμυθιών έχει οδηγήσει σε ιστορίες με «ελαφρύ» περιεχόμενο, που προωθούν, μεταξύ άλλων, φυλετικά στερεότυπα και παθητικούς χαρακτήρες και υπόσχονται, σχεδόν αυτόματα, ένα αίσιο τέλος.

Ακολουθώντας τα μεταλλασσόμενα κοινωνικά και πολιτισμικά πρότυπα κάθε εποχής, η ροπή προς την «ελαφρότητα» μαρτυρά και την πρόοδο που έχουν σημειώσει οι σημερινές κοινωνίες, τουλάχιστον οι δυτικές, σε βασικά θέματα επιβίωσης. Ενώ σε αυτές τις μοντέρνες εκδοχές επικρατούν, παράλληλα, άλλες θεματικές προβληματισμού, όπως οι διαφορετικές μορφές βίας, η ανισότητα, ο καταναλωτισμός και η αποξένωση.

Παραμύθια υπό Πατριαρχία

Τα παραμύθια παίζουν μείζονα ρόλο στη ζωή του ανθρώπου, καθώς συνδράμουν σημαντικά και στην ανάπτυξη της ταυτότητας του φύλου των παιδιών, γι’ αυτό είναι σημαντικό να εξετάζουμε τα μηνύματα που μεταδίδουν. Από καιρό έχει αναγνωριστεί ότι ο παραδοσιακός ευρωπαϊκός κανόνας των παραμυθιών, που έχει επιβιώσει μέχρι σήμερα, αφορά ιστορίες που αντανακλούν και αναπαράγουν τις πατριαρχικές αξίες της κοινωνίας που τα δημιούργησε.

Παρ’ όλα αυτά, η κοινωνία εξελίσσεται και, ως εκ τούτου, τα παραμύθια επαναπροσδιορίζονται συνεχώς για να αντανακλούν τα σημεία των καιρών. Συνεπώς, παρατηρείται ολοένα και περισσότεροι συγγραφείς να παραλλάσσουν «κλασικά» παραμύθια, έτσι ώστε οι γυναικείοι χαρακτήρες να μην προβάλλονται ως αδύναμοι ή εξαρτημένοι από το αντίθετο φύλο.

Τα τελευταία χρόνια επικρατεί μια τάση «ξαναδιήγησης» των παραμυθιών, με χαρακτήρες που παρουσιάζονται ισχυρότεροι, εξυπνότεροι και πιο ανεξάρτητοι. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην ανάπτυξη του συναισθηματικού τους βάθους, προσδίδοντάς τους πολυπλοκότητα και αυθεντικότητα. Μέσα από αυτές τις προσεγγίσεις, ενισχύεται η συναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών, καθώς μαθαίνουν ότι οι αμιγώς «καλοί» ή «κακοί» άνθρωποι υπάρχουν μόνο στα παραμύθια – στην πραγματικότητα, τα λάθη είναι αναπόσπαστο μέρος της ανθρώπινης φύσης και ο χαρακτήρας κάθε ανθρώπου είναι σύνθετος και πολύπλευρος.

Ωστόσο, η ανανεωτική αυτή προσέγγιση εντοπίζεται κυρίως σε νέες αφηγήσεις και λιγότερο στις τροποποιήσεις παλαιότερων παραμυθιών, τα οποία συχνά έχουν μετατραπεί από ιστορίες με πολυμήχανους ήρωες σε απλοποιημένες, παθητικές αφηγήσεις, χάνοντας έτσι μεγάλο μέρος της αρχικής τους δυναμικής και των ουσιαστικών τους μηνυμάτων.

Η Κοκκινοσκουφίτσα

Ξεκινάμε με την ιστορία τη Κοκκινοσκουφίτσας, η οποία μετατράπηκε από μια ιστορία για ένα πολυμήχανο νεαρό κορίτσι που ξεγελά έναν κακοποιό, σε μια ιστορία για ένα αφελές παιδί που πρέπει να σωθεί από μια ανδρική φιγούρα. Όλοι είμαστε εξοικειωμένοι με την κλασική ιστορία της Κοκκινοσκουφίτσας που στον δρόμο για το σπίτι της γιαγιάς της ξεγελιέται από τον κακό Λύκο, ο οποίος στοχεύει να τις φάει και τις δύο για βραδινό, όμως στο τέλος αποκαλύπτεται η πλάνη του.

Ωστόσο, η προέλευση της ιστορίας της Κοκκινοσκουφίτσας μπορεί να εντοπιστεί σε διάφορες πιθανές εκδοχές πριν από τον 17ο αιώνα και σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτές οι πρώιμες παραλλαγές του παραμυθιού διαφέρουν σε αρκετά σημεία από τη γνωστή σήμερα εκδοχή.

Συγκεκριμένα, σε ορισμένες εκδοχές ο Λύκος τρώει την Κοκκινοσκουφίτσα, αφού πέσει στο κρεβάτι μαζί του, και η ιστορία τελειώνει εκεί, δίχως αίσιο τέλος. Σε άλλες εκδοχές, η κοπέλα αντιλαμβάνεται τη μεταμφίεσή του και προσπαθεί να ξεφύγει. Ο Λύκος την αφήνει να φύγει, δεμένη όμως σε ένα κομμάτι σπάγκου ώστε να μην ξεφύγει. Το κορίτσι, ωστόσο, καταφέρνει να διαφύγει. Σε αυτές τις ιστορίες δραπετεύει χωρίς τη βοήθεια κάποιας ανδρικής ή μεγαλύτερης γυναικείας φιγούρας, αλλά χρησιμοποιώντας τη δική της πονηριά, εξυπνάδα και εφευρετικότητα.

Το παραμύθι άλλαξε όταν ο Γάλλος συγγραφέας Charles Perrault έγραψε την Κοκκινοσκουφίτσα, το 1697, με μια πιο απλοϊκή προσέγγιση. Το νόημα άλλαξε από το να διατηρείς την ψυχραιμία σου και να χρησιμοποιείς την εξυπνάδα σου στο να μη μιλάς σε αγνώστους, το οποίο μπορεί να σε οδηγήσει σε κίνδυνο, καθώς στο τέλος της αφήγησης ο Λύκος καταλήγει να τρώει την Κοκκινοσκουφίτσα. Μάλιστα, ο συγγραφέας εξηγεί το «ηθικό δίδαγμα» στο τέλος του παραμυθιού, έτσι ώστε να μην υπάρχει καμία αμφιβολία για το νόημα που ήθελε να περάσει:

«Από αυτή την ιστορία μαθαίνει κανείς ότι τα παιδιά, ειδικά οι νεαρές κοπέλες, όμορφες, ευγενικές και καλοαναθρεμμένες, κάνουν πολύ κακό να ακούνε τους ξένους, και δεν είναι ανήκουστο ο Λύκος να εφοδιάζεται έτσι για το δείπνο του. Λέω Λύκος, γιατί όλοι οι λύκοι δεν είναι του ίδιου είδους – υπάρχει ένα είδος με ευχάριστη διάθεση, ούτε θορυβώδης, ούτε μισητός, ούτε θυμωμένος, αλλά ήμερος, εξυπηρετικός και ευγενικός, που ακολουθεί τις νεαρές κοπέλες στους δρόμους, ακόμη και στα σπίτια τους. Αλίμονο! Ποιος δεν ξέρει ότι αυτοί οι ευγενικοί λύκοι είναι από όλα αυτά τα πλάσματα τα πιο επικίνδυνα!».

«Η Κοκκινοσκουφίτσα»

Ο χαρακτήρας της Κοκκινοσκουφίτσας παρουσιάζεται ως ενσάρκωση της αθωότητας και της αγνότητας των νεαρών κοριτσιών. Το αδυσώπητο τέλος του Perrault, στο οποίο τόσο η Γιαγιά όσο και η Κοκκινοσκουφίτσα καταβροχθίζονται από τον λύκο, είναι μια αναπαράσταση των αναπόφευκτων συνεπειών της εγκατάλειψης της ασφάλειας της πατριαρχικής κοινωνίας. Για μια νεαρή γυναίκα του 17ου αιώνα, που επιτρέπει στον εαυτό της να απογαλακτιστεί, αυτή η στάση είναι καταδικαστική κοινωνικά όσο και ο θάνατος.

Άλλες ερμηνείες αναφέρουν πως η Κοκκινοσκουφίτσα αποτελεί μια ιστορία ενηλικίωσης, που συνοδεύεται από το τέλος της αθωότητάς της. Σε ορισμένες εκδοχές, η αθωότητά αυτή, σε συνδυασμό με τη διαίσθηση και την περιέργεια, φέρνουν τραγωδία. Αλλού, είναι προάγγελος της αφύπνισης του κόσμου γύρω της ή ακόμη και της αυτοπεποίθησής της.

Ο Λύκος στην Κοκκινοσκουφίτσα χρησιμοποιείται ως φυσική εκδήλωση των κινδύνων του αγνώστου. Αντιπροσωπεύει τις συνέπειες, την απειλή που θέτουν τα αρσενικά στην πατριαρχική κοινωνία του Perrault. Μπορεί να αποτελεί παράγοντα ηθικής διαφθοράς, αλλά και διδακτική φιγούρα, που οδηγεί την Κοκκινοσκουφίτσα προς την κατεύθυνση της ανεξάρτητης γυναικείας φύσης.

Επίσης, σε κάθε εκδοχή, η γιαγιά καθίσταται αβοήθητη από την άγνοια, τη δεισιδαιμονία, την αδυναμία και την ανάγκη να εμπιστεύεται. Για τον Perrault αποτελεί παράδειγμα για τις ευθύνες των υπάκουων παιδιών. Ωστόσο, για τους μεταγενέστερους συγγραφείς αντιπροσωπεύει το χάσμα μεταξύ των γενεών, όπου οι ηλικιωμένοι επιβάλλουν αξίες στη νεολαία στις οποίες αυτή αντιστέκεται ή δυσανασχετεί, ή προσπαθεί να τις ανατρέψει για να βρει τον δικό της δρόμο.

Η ιστορία της Κοκκινοσκουφίτσας αποδεικνύει πώς μια αφήγηση μπορεί να ανανεώνεται διαρκώς μέσα από την οικειοποίηση και τη δημιουργική επανερμηνεία, ενώ ταυτόχρονα οι βασικές της σταθερές αντέχουν στον χρόνο, προσαρμοζόμενες σε διαφορετικά πολιτισμικά πλαίσια και εποχές.

Η Χιονάτη και οι 7 Νάνοι

Μια πασίγνωστη ιστορία, αλλά και η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία κινουμένων σχεδίων της Disney. Ένα γερμανικό παραμύθι, η Χιονάτη, καταγράφηκε για πρώτη φορά στις αρχές του 19ου αιώνα. Έπειτα, το δημοσίευσαν οι Αδελφοί Grimm, το 1812, στην πρώτη έκδοση της συλλογής τους «Grimms’ Fairy Tales».

«Η Χιονάτη και οι 7 Νάνοι»

Η τελική εκδοχή του παραμυθιού έχει πολλά κοινά με την πιο διάσημη αναπαράσταση, εκείνη της Walt Disney. Συγκεκριμένα, η Χιονάτη παρουσιάζεται ως η προσωποποίηση μιας γυναίκας της οποίας το μόνο καθήκον είναι να μαγειρεύει, να καθαρίζει και να μη βγαίνει ποτέ από την ασφάλεια του σπιτιού της, μέχρι να σωθεί τελικά από έναν άνδρα, με τον οποίο δεσμεύεται για την υπόλοιπη ζωή της. Αποτελεί, επομένως, αντανάκλαση των ιδεών σχετικά με τον ρόλο της γυναίκας στην κοινωνία στις αρχές του 20ού αιώνα.

Παρ’ όλα αυτά επικρατούν σημαντικές διαφορές μεταξύ του πρωταρχικού παραμυθιού και των μεταγενέστερων εκδοχών. Συγκεκριμένα, αρχικά η Μητριά δεν ζητά από τον Κυνηγό να φέρει πίσω την καρδιά του μικρού κοριτσιού, όπως στην ταινία. Ζητάει, μάλλον, τους πνεύμονες και το συκώτι της Χιονάτης, όμως ο Κυνηγός την ξεγελά, φέρνοντας τα όργανα ενός νεαρού αγριογούρουνου.

Επίσης, η βασίλισσα έρχεται στο σπίτι των Νάνων όχι μία, αλλά τρεις φορές, προκειμένου να σκοτώσει η ίδια τη Χιονάτη, την οποία αφήνει κάθε φορά φαινομενικά νεκρή. Την τρίτη φορά, επιστρέφει με το πασίγνωστο δηλητηριώδες μήλο, το οποίο η Χιονάτη δαγκώνει και πέφτει νεκρή. Οι Νάνοι, μην μπορώντας να την αναστήσουν, την κλείνουν σε γυάλινο φέρετρο, στο οποίο αναγράφεται ανάγλυφα το όνομα και η γέννησή της.

Πολλά χρόνια αργότερα έρχεται στο σπίτι ένας πρίγκιπας, βλέπει το νεκρό κορίτσι, το ερωτεύεται και ζητάει από τους Νάνους να το αγοράσει. Καθώς τη μεταφέρουν οι υπηρέτες του στο σπίτι, τους πέφτει το φέρετρο και από το τράνταγμα πετάγεται το κομμάτι του δηλητηριασμένου μήλου από τον λαιμό της, με αποτέλεσμα να επιστρέψει στη ζωή. Κανένα φιλί δεν αναφέρεται στην παραδοσιακή ιστορία.

Παρατηρούμε, συνεπώς, όλες τις διαφορές και τροποποιήσεις που υπέστη το παραμύθι. Τα περισσότερα ωμά, σοκαριστικά ή βίαια σημεία έχουν αφαιρεθεί, ενώ η ρομαντική ιστορία μεταξύ του Πρίγκιπα και της Χιονάτης υπήρξε ολοκληρωτικά μεταγενέστερη επινόηση: στο αυθεντικό παραμύθι ο τρόπος με τον οποίο ξυπνάει από τη λήθη της είναι πιο φυσικός, αβίαστος, έως και παιχνιδιάρικος, όπως ταιριάζει άλλωστε και στη φύση των παραμυθιών.

Τροποποιήσεις στα παραμύθια, όπως σε αυτά της Χιονάτης και της Κοκκινοσκουφίτσας, αντανακλούν τις προσδοκίες σχετικά με τη γυναικεία συμπεριφορά, προβάλλοντας μια στρεβλή εικόνα των γυναικών και των χαρακτηριστικών που πρέπει να έχουν στη ζωή τους.

Απαγορευμένες Αλήθειες

Τα παραμύθια απευθύνονται σε παιδιά, αλλά και ενήλικες, σε δύο επίπεδα ταυτόχρονα. Το πρωταρχικό επίπεδο είναι το αφηγηματικό – τα παραμύθια είναι, στις περισσότερες περιπτώσεις, καλές ιστορίες, με όμορφη αφηγηματικά πλοκή. Το άλλο επίπεδο, όμως, είναι βαθύτερο,. καθώς αναφέρεται στα πιο βασικά και αρχέγονα συναισθήματά μας.

Η Χιονάτη, για παράδειγμα, αφηγείται μια ξεχωριστή συναισθηματικά ιστορία: μια ιστορία ανταγωνισμού. Η θετή μητέρα αγαπάει την κόρη της μέχρι που το μικρό κορίτσι απειλεί τη θέση της ως της πιο όμορφης στη χώρα. Τότε η βασίλισσα θέλει όχι μόνο να τη σκοτώσει, αλλά και να φάει τα όργανά της, λες και η κατάποσή τους θα επιτρέψει στη γυναίκα να αποκτήσει την ομορφιά του κοριτσιού.

Τα παραμύθια προσφέρουν στα παιδιά έναν ασφαλή τρόπο να επεξεργαστούν τα δύσκολα συναισθήματά τους, προβάλλοντάς τα σε φανταστικούς «κακούς» χαρακτήρες, όπως αυστηρούς πατεράδες ή μοχθηρές μητριές, αντί να τα ταυτίσουν με τους δικούς τους γονείς. Έτσι, τα παιδιά συνειδητοποιούν ότι τέτοια συναισθήματα δεν τα καθιστούν «κακά» και ότι μπορούν να τα αντέξουν και να τα ξεπεράσουν.

Τα Κλασικά Παραμύθια Σήμερα

Οι ιστορίες της Κοκκινοσκουφίτσας και της Χιονάτης αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα της διαχρονικής πρακτικής της τροποποίησης των παραμυθιών προς μια πιο «απλή» και ανώδυνη μορφή, μέσα από την αφαίρεση ή αποδυνάμωση των σκοτεινών τους στοιχείων. Ωστόσο, μέσα από αυτές τις εκδοχές συχνά προωθούνται λανθασμένα μηνύματα γύρω από τους ρόλους των φύλων και τα πρότυπα ομορφιάς. Αντίθετα, τα αυθεντικά παραμύθια της εποχής των αδελφών Grimm ή του Perrault διατηρούσαν μια πιο ωμή και άμεση μορφή, καθώς δεν θεωρούνταν αναγκαίο να λογοκριθούν στον βαθμό που συμβαίνει σήμερα. Η παρουσία θεμάτων όπως η βία, ο θάνατος ή το σεξ ήταν τότε αποδεκτή, καθώς ο στόχος αυτών των αφηγήσεων ήταν να εκθέσουν τους ακροατές –συχνά και παιδιά– στην πολυπλοκότητα της ζωής, με το φως και τα σκοτάδια της.

Πράγματι, οι αλλαγές που έχουν υποστεί τα παραμύθια τις τελευταίες δεκαετίες συνιστούν ταυτόχρονα καινοτομία και οπισθοδρόμηση. Η αντίδραση απέναντι στις προσαρμοσμένες εκδοχές των κλασικών αφηγήσεων υπήρξε διττή: ορισμένοι συγγραφείς αναζήτησαν τις ρίζες των παραμυθιών, ανιχνεύοντας τις ωμές, αρχέγονες μορφές χαρακτήρων που όλοι γνωρίζουμε, ενώ άλλοι πειραματίστηκαν με νέες φόρμες αφήγησης, ανοίγοντας έτσι νέους –και σε μεγάλο βαθμό ανεξερεύνητους– αφηγηματικούς ορίζοντες.

Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια διαφαίνεται μια τάση απομάκρυνσης από την ηθική διάσταση των παραμυθιών – και αυτή η εξέλιξη εμπεριέχει κίνδυνο. Όχι για την επιβίωσή τους· τα παραμύθια δεν απειλούνται με εξαφάνιση. Ο κίνδυνος αφορά τη ζωτικότητά τους. Αν και είναι, φυσικά, εφικτό να δημιουργηθούν άρτια και αισθητικά γοητευτικά παραμύθια χωρίς ηθικό υπόβαθρο, κάτι τέτοιο αφαιρεί μεγάλο μέρος της δύναμής τους και τα μετατρέπει σε κάτι άλλο από αυτό που, εξ ορισμού, υπήρξαν.

Ο στόχος του εκσυγχρονισμού των κλασικών παραμυθιών είναι να μεταφέρει τα ίδια διαχρονικά ήθη και να διδάξει παρόμοια μαθήματα, προσαρμοσμένα όμως σε ένα πλαίσιο που αγγίζει πιο άμεσα το σύγχρονο κοινό. Το ιδανικό ίσως θα ήταν οι σύγχρονες προσαρμογές να συνδυάζουν τις σκοτεινές, ανατριχιαστικές αφηγήσεις των αδελφών Grimm με τις πιο φωτεινές και αισιόδοξες εκδοχές της Disney. Με αυτόν τον τρόπο, τα ηθικά διδάγματα θα διατηρούν τη δύναμή τους και θα φτάνουν στους αποδέκτες τους μέσα από μια αφήγηση φρέσκια, οικεία και κατανοητή.

 

Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ και στο μηνιαίο newsletter No Man’s Land – στο οποίο μπορείτε να κάνετε την εγγραφή σας εδώ.

Μην Πυροβολείτε τις Λέξεις!

Το Anti-Bollywood τα Λέει Υπέροχα!

Betty Boop | Από Επαναστάτρια, Μαζορέτα

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ

H Φοίβη Νομικού σπουδάζει Ιστορία και Θεωρία της Τέχνης. Λατρεύει το θέατρο και το τραγούδι, είναι φανατική βιβλιοφάγος και όταν δεν πολεμάει με τις λέξεις μάχεται στο Κραβ μαγκά. Αν μπορούσε να ταξιδέψει στο χρόνο θα επισκεπτόταν την Βικτωριανή εποχή.

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τα σημαντικότερα νέα της ημέρας, στο inbox σου κάθε μεσημέρι!

ΕΓΓPΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER

+