Φανταστείτε τα ζώα να έπαιρναν τη θέση των ανθρώπων, τις συνθήκες ζωής, τα στερεότυπά τους, τις λύπες, τις λίγες χαρές τους, τα απωθημένα και τις κακές πράξεις τους.
Τι θα γινόταν αν άλλαζαν ρόλους, αν αποκτούσαν ανθρώπινη υπόσταση; Αν μαζί με αυτήν κληρονομούσαν και όλα τα ανθρώπινα ελαττώματα – την υποκρισία, την κακία, την απληστία; Αν κάθονταν γύρω από ένα στρογγυλό τραπέζι για να αποφασίσουν για την τύχη του πλανήτη και της ανθρωπότητας, υπηρετώντας μονάχα τις δικές τους ματαιοδοξίες;
Ίσως τότε ο άνθρωπος συνειδητοποιούσε τα μεγάλα του λάθη. Ίσως κατάφερνε να ζει με περισσότερη ελευθερία και σε μεγαλύτερη αρμονία με το περιβάλλον. Γιατί όσο εκείνος επεκτείνεται στη φύση, τόσο τα ζώα αποκόπτονται από αυτήν και παγιδεύονται στα δίχτυα του πλαστικού και των δηλητηρίων – υπολείμματα μιας ζωής επεκτατικής, άπληστης και αλόγιστα καταναλωτικής.
Οι Hλίθιες Προθέσεις μου | Bernardo Zannoni | Εκδόσεις Πατάκη
«Ο Άρτσυ γεννιέται μια χειμωνιάτικη νύχτα, μαζί με τα πέντε αδέλφια του· ο σύντροφος της μάνας τους σκοτώθηκε και εκείνη αναγκάζεται να μεγαλώσει μόνη της τα μικρά κουνάβια της… Ο Άρτσυ είναι αδύναμος και τον ανταλλάσσει για μιάμιση κότα. Το νέο του αφεντικό το λένε Σόλομον. Είναι μια γριά αλεπού».
Ο Άρτσυ θα μάθει πολλά δίπλα στον Σόλομον. Και τα καλά και τα άσχημα που έχει ο κόσμος. Ο Σόλομον θα του μάθει και την αναζήτηση. Επειδή μπορεί μεν η πονηριά να κυριαρχεί παντού στη ζωή του, υπάρχει όμως και η φιλοσοφία. Το πώς και το γιατί. Αυτό που διερωτόμαστε οι περισσότεροι: «από πού ήρθαμε και πού πάμε». Το μικρόβιο της αναζήτησης που σε κάνει να αποκτάς άλλη οπτική και θεώρηση για τα πράγματα, αλλά που κάνει και τους υπόλοιπους να σε κοιτάνε κάπως αλλιώς.
Ο Άρτσυ θα μάθει να γράφει και να διαβάζει, θα μάθει ότι υπάρχει ο θάνατος και ο παντοδύναμος Θεός. Θα διδαχθεί ότι η ζωή εκεί έξω είναι σκληρή δύσκολη και απαιτητική.
Εδώ μιλούν τα ζώα κατ’ εικόνα και ομοίωση των ανθρώπων. Έχουν όλα τα πάθη και κάνουν τα ίδια λάθη. Και καταλαβαίνουν πολύ νωρίς στη ζωή τους ποιος κάνει κουμάντο στον πλανήτη. Εδώ μιλoύν τα ζώα με φωνή σαν την ανθρώπινη, με συναισθήματα σαν των ανθρώπων. Με τις απαιτήσεις των ανθρώπων. Και τελικά, σηκώνοντας το βάρος των πράξεων του ανθρώπου.
Ένα αλληγορικό, πρωτότυπο μυθιστόρημα για την ύπαρξη και για το πού μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος όταν επιθυμεί αυτό που δεν του ανήκει. Ένα παραμύθι για μεγάλους που αξίζει να ταξιδέψει σε πολλούς αναγνώστες.
- Τη μετάφραση υπογράφει η Άννα Παπασταύρου.
Απομονωτήριο Λοιμυπόπτων Ζώων | Νικήτας Σινιόσογλου | Εκδόσεις Κίχλη
«Το Απομονωτήριο Λοιμυπόπτων Ζώων κρύβει πίσω από τις πόρτες του την εξωφρενική προσδοκία της επιστροφής στο κτήνος». Θα μπορούσε να είναι ένα παραμύθι μιας άλλης εποχής, πολύ πίσω από τη σύγχρονη ή πολύ μπροστά από αυτά που ίσως θα ζήσουμε.
Τότε που ο άνθρωπος δεν διέφερε από τα ζώα, τότε που σχεδόν δεν μιλούσε και που τα συναισθήματα και οι ανάγκες του αφορούσαν την επιβίωσή του. Ζούσε για να τρώει και να αναπαράγεται. Σκότωνε ίσως μόνο γι’ αυτό, χωρίς άλλον σκοπό.
Και όμως, πέρασαν αιώνες και ο άνθρωπος ζει και βασιλεύει, τουλάχιστον μέχρι τώρα. Έχει καταφέρει πάρα πολλά, έχει αποκτήσει εξουσίες, πράττει αναλόγως των συμφερόντων του και λογαριασμό δεν δίνει.
«Το Ανεπιτήρητο Παραγωγικό Ζώο –του οποίου την ιστορία θα μάθουμε σε άλλο βιβλίο– γυρνά νύχτα στους δρόμους μιας πολιτείας σε παρακμή, ώσπου χάνει τον δρόμο του. Τον κλείνουν στο Απομονωτήριο…».
Εκεί στο ίδρυμα υποτίθεται πως θα βρει αυτό που του λείπει και θα γιατρευτεί από τα βάσανά του. Κάθε βράδυ κάποιο έγκλειστο ζώο αφηγείται την ιστορία του. Πάντα οδυνηρή, για να καταλήξει εκεί που ο Ειδικός Επιστήμονας θα δώσει τα φώτα του και τις γνώσεις του και θα το κάνει καλά. Εκεί στο ίδρυμα σε κλείνουν γιατί, ενώ δεν έχεις τίποτα, δεν μπορείς να τριγυρνάς εδώ και εκεί και σίγουρα έχεις κάτι που μπορεί να είναι και μεταδοτικό, ακόμη κι αν δεν έχει διασαφηνιστεί τι είναι αυτό. Πρέπει να μπεις σε κανόνες και αυστηρή πειθαρχία. Και πρέπει να γίνει αυτό με τέτοιο τρόπο, προμελετημένο και εγγυημένο, ώστε να νομίζεις ότι περνάς καλά και δεν θέλεις τίποτα άλλο από τη ζωή σου.
«(…) όμως να που ’ρχεται η στιγμή και τα κλουβιά ανοίγουν, κι είναι ο πόλεμός σας που τ’ ανοίγει το κλουβί, εγώ τό ’χα ξεχάσει ότι ανοίγει το κλουβί μου, ή ξέχασα να το θέλω ν’ ανοίξει το κλουβί μου, χρόνια τώρα λησμόνησα τα πάντα…»
Ένας αλληγορικός μύθος τόσο κοντά στην ανθρώπινη κατάσταση, τόσο τρομακτικά κοντά, που φαίνεται σαν οιωνός. Οι άνθρωποι είχαν τα ζώα πάντα βοηθητικά, για να κάνουν δουλειές και παρέα, και όταν δεν τα είχαν ανάγκη ή τους χαλούσαν τα σχέδια, τα έκλειναν στα κλουβιά τους. Δεν τους φέρονταν με τον καλύτερο τρόπο. Τα έδερναν, τα κακομεταχειρίζονταν και τα εκμεταλλεύονταν μέχρι να πάρουν και την τελευταία τους δύναμη. Και να λοιπόν που ήρθε η ώρα της αντιστροφής. Η ώρα να πάρουν τα ζώα εκδίκηση, η ώρα να εφαρμοστούν οι τακτικές των ανθρώπων στους ίδιους, η ώρα να γίνουν αυτοί ένα κοπάδι πρόβατα και να κλειστούν στα μαντριά.
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Στέλλα, Κρατάω Βιβλίο!» | Ιστορίες Πέρα από τα Σύννεφα…
Ο James, ο Μισισιπής και το Αδιέξοδο του «Να Μείνω ή Να Φύγω»