Λένε πως με τον Robert Redford αποχαιρετήσαμε μαζί και τα «καλύτερά μας χρόνια». Όμως αυτός μοιάζει άδικος «επικήδειος» για τον άνθρωπο που προσπάθησε πολύ να γίνουν καλύτεροι οι καιροί, όχι μόνο στο παρελθόν, αλλά και στο μέλλον.
Ο Redford αξιοποίησε τη λάμψη του, το όνομά του, την επιρροή του για να ακουστούν φωνές πέρα από τη δική του –ή μάλλον, δάνεισε τη δική του φωνή σε εκείνους που δεν εισακούγονται ποτέ–, για να αναδυθούν κρυμμένες αλήθειες που δίνουν ώθηση σε κοιμισμένες συνειδήσεις, που χτίζουν όραμα και αναπτερώνουν ελπίδες, που δείχνουν πώς η πραγματικότητα έχει πολλές όψεις – κάποιες από αυτές πολύ φωτεινές.
Δεν ήταν απλώς ένα άλλο μεγάλο αστέρι του σινεμά, αν και ήξερε πως έτσι θα τον θυμούνται οι περισσότεροι. Ο αιώνιος γόης της μεγάλης οθόνης με το ανυπέρβλητο στιλ ήταν επίσης εκείνος που έδωσε πνοή στο αμερικανικό σινεμά ως ιδρυτής του Sundance Festival, αλλά και εκείνος που βρέθηκε ως ακτιβιστής στην πρώτη γραμμή του περιβαλλοντικού κινήματος.
Ούτε, όμως, υπήρξε απλώς ένας ακόμη «ακτιβιστής» του Χόλιγουντ. Φρόντισε άλλωστε να αποστασιοποιηθεί από πολλούς συναδέλφους του, από εκείνους που με την πρώτη αφορμή επιδεικνύουν «ανέξοδη» ευαισθησία. Έλεγε πως καταλαβαίνεις το πόσο σοβαρά και αληθινά αγωνίζεται κάποιος για έναν σκοπό όταν βλέπεις πόσο εμμένει σε αυτόν καθώς παύουν τα φώτα της δημοσιότητας. Τότε βλέπεις πολλές διασημότητες να αλλάζουν ρότα. Πηγαίνουν «από το περιβάλλον στα δικαιώματα των ζώων, στην παχυσαρκία ή σε οτιδήποτε άλλο. Κι αυτό δεν το σέβομαι ιδιαίτερα».
Ο Redford έζησε και έλαμψε σε εποχές όπου η Αμερική δεν υπήρξε τόσο βάναυση. Ως άνθρωπος και ως καλλιτέχνης υπερασπίστηκε εκείνη την εκδοχή της που αγαπήσαμε, χωρίς να ξεχνάμε την άλλη, τη σκοτεινή, την πάντα παρούσα και ενεργή. Υπερασπίστηκε αυτή τη φωτεινή πλευρά απέναντι στο σκοτάδι που πλησίαζε ολοένα και περισσότερο. Έφυγε σε μια εποχή που η πολιτική και κοινωνική αμφισβήτηση των καιρών του άρχισε να χάνεται σε πηχτό σκοτάδι.
Όμως άφησε πίσω του την παραδοχή πως η ομορφιά μπορεί να χωρέσει σε ένα πρόσωπο, σε ένα βλέμμα, σε έναν άνθρωπο. Ως «μια ταπεινή δύναμη σε έναν κόσμο θορύβου» προσπάθησε να κάνει τον κόσμο του, τον κόσμο μας, λίγο καλύτερο. Και στη διαθήκη του άφησε σε όλους μας κληρονομιά.
Έξι λόγους στους οποίους μπορούμε να σταθούμε, να αντλήσουμε δύναμη και να προχωρήσουμε. Έξι κληροδοτήματα πολύτιμα για το μέλλον.
Υπερασπίστηκε με Συνέπεια το Περιβάλλον
Ήταν από τους πρώτους που χρησιμοποίησαν τη φήμη τους για να ευαισθητοποιήσουν για το περιβάλλον. Σε μια εποχή που οι περισσότεροι το έβλεπαν ως πεδίο εκμετάλλευσης, είχε καταλάβει πόσο σημαντικός είναι αυτός ο αγώνας για το μέλλον. Μία από τις πρώτες του μάχες ήταν ενάντια στην κατασκευή ενός εργοστασίου παραγωγής ενέργειας με καύση άνθρακα στη Γιούτα. Δέχτηκε σκληρή κριτική και αντιμετωπίστηκε σαν «ξένος», όμως δικαιώθηκε: το έργο ματαιώθηκε και η περιοχή προστατεύτηκε με προεδρικό διάταγμα ως Εθνικό Μνημείο Grand Staircase-Escalante.
Το Redford Center, στο οποίο είναι συνιδρυτής, είναι ένας από τους λίγους μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς με έδρα τις ΗΠΑ που είναι αποκλειστικά αφιερωμένος στη δημιουργία ταινιών για το περιβάλλον. Μέσω του προγράμματος Youth Stories, προσφέρει επιπλέον υλικό σε εκπαιδευτικούς και νέους κινηματογραφιστές: «Ήρθε η ώρα να παραδώσουμε τα ηνία στους νέους μας και να τους ενθαρρύνουμε να γίνουν οι σχεδιαστές του μέλλοντός τους. Πρέπει να τιμήσουμε τις προσπάθειές τους και να τους υποστηρίξουμε» έλεγε ο Redford.
Μίλησε για την Ηθική Ευθύνη των Ισχυρών
Ενέπνευσε γενιές καλλιτεχνών και ακτιβιστών με το ήθος και τη στάση του – χωρίς ποτέ να γίνεται γραφικός. Στην ομιλία του στα Ηνωμένα Έθνη για την κλιματική αλλαγή το 2015 έλεγε «είμαστε όλοι υπεύθυνοι γι’ αυτή την κρίση», ενώ σε βίντεο/καμπάνια απαιτούσε από τους ηγέτες του κόσμου να πάρουν τολμηρά μέτρα, τονίζοντας ότι είναι ευθύνη τους να προστατεύσουν το μέλλον των παιδιών και των επόμενων γενιών. Μια από τις πιο χαρακτηριστικές του φράσεις ήταν: «Το μέτρο της επιτυχίας μας θα είναι η κατάσταση που θα αφήσουμε στον κόσμο για την επόμενη γενιά».
Προώθησε την Ανεξαρτησία της Ερευνητικής Δημοσιογραφίας.
Με την ταινία «Όλοι οι Άνθρωποι του Προέδρου» (1976), στην οποία υποδύθηκε τον δημοσιογράφο Μπομπ Γούντγουορντ, ο Redford συνέβαλε στην ανάδειξη της δύναμης της ερευνητικής δημοσιογραφίας. Ήταν η ταινία που έφερε στο ευρύ κοινό το σκάνδαλο Γουοτεργκέιτ και βοήθησε να κατανοήσουμε τη σημασία της ελευθερίας του Τύπου, καθώς οι δύο ρεπόρτερ της Washington Post (και ήρωες της ταινίας – τον δεύτερο υποδύεται ο Dustin Hoffman) ήταν εκείνοι που αποκάλυψαν το σκάνδαλο που οδήγησε στην παραίτηση του προέδρου Richard Nixon το 1974. Ο Redford ήταν επίσης παραγωγός της ταινίας και κινητήριος μοχλός της δημιουργίας της.
Ίδρυσε το Φεστιβάλ Sundance και Στήριξε τον Ανεξάρτητο Κινηματογράφο
Χάρη στο φεστιβάλ, βρήκαν χώρο έκφρασης και αναδείχθηκαν δημιουργοί όπως ο Tarantino, οι αδερφοί Coen, ο Darren Aronofsky και πολλοί άλλοι. «Ήθελα να δημιουργήσω έναν χώρο όπου θα ακούγονται φωνές που δεν ακούγονται αλλού. Καλλιτέχνες που το σύστημα αγνοεί, αλλά αξίζουν να ανακαλυφθούν. Αυτό ήταν πάντα ο στόχος», θα πει. Πίστευε βαθιά στην ανεξαρτησία της σκέψης και στη δύναμη της τέχνης να οδηγεί την αλλαγή. Μέσα σε έναν κινηματογραφικό κόσμο που κυριαρχούνταν από τα μεγάλα στούντιο και τις ίδιες αφηγήσεις, εκείνος έδωσε φωνή στους δημιουργούς που ήθελαν να πουν άλλες ιστορίες: «Η διαφορετικότητα γεννιέται μέσα από την ανεξαρτησία. Όταν σκέφτεσαι και δημιουργείς ελεύθερα, χωρίς να ακολουθείς τη πεπατημένη, τότε φτιάχνεις κάτι αληθινά μοναδικό».
Έδειξε ότι η Τέχνη Μπορεί να Αλλάξει τον Κόσμο
Για αυτή την κινηματογραφική του κληρονομιά, που θα μας εμπνέει στο διηνεκές, δανειζόμαστε ένα απόσπασμα από τον αποχαιρετισμό που απηύθυνε το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης:
«Αν το καλοσκεφτούμε, το αμερικανικό σινεμά έχει δύο πρόσωπα∙ και αυτά είναι τα δύο πρόσωπα του Robert Redford: άλλοτε αυτό της απόδρασης στον ρομαντικό μύθο κι άλλοτε αυτό της ρεαλιστικής, απομυθοποιητικής αποτύπωσης της πραγματικότητας, που μπορεί ν’ αλλάζει συνειδήσεις και να αποκαλύπτει την αλήθεια, με οποιοδήποτε κόστος.
Λίγες είναι οι μεγάλες μορφές του αμερικανικού κινηματογράφου που κατάφεραν να ενσαρκώσουν το αμερικανικό όνειρο (με την επιβλητική του παρουσία, το κάλλος, τη λάμψη) και παράλληλα να το υπονομεύσουν, να το κριτικάρουν, να το αμφισβητήσουν με την τέχνη τους (αλλά όχι μόνο), όπως το έκανε εκείνος.
Ο Redford, στην ερμηνευτική του διαδρομή, υπήρξε ταυτόχρονα και τα δύο: ιδεώδης εκπρόσωπος αυτής της περίλαμπρης αμερικανικής αυτοπεποίθησης, του δυναμισμού, της αθωότητάς της κατά κάποιον τρόπο (με διαχρονικές ρομαντικές ταινίες όπως το “Πέρα απ’ την Αφρική” ή ιδιαίτερα γουέστερν όπως οι “Δύο Ληστές”), αλλά και φορέας της αμφισβήτησης, της απείθειας, της δυσπιστίας προς τα ψέματα της εξουσίας, του κριτικού πνεύματος που δεν εφησυχάζει (με αριστουργηματικά πολιτικά θρίλερ, όπως το “Όλοι οι Άνθρωποι του Προέδρου”).
(…) Χωρίς αυτόν, το αμερικανικό σινεμά θα ήταν μόνο Χόλιγουντ. Χάρη στον Redford, όμως, που είναι γέννημα της χρυσής εποχής των 70’s, η καλλιτεχνική και η πολιτική διάσταση του αμερικανικού κινηματογράφου δεν έχασαν ποτέ τη σημασία τους.
Προώθησε Έναν Αυθεντικό Τρόπο Ζωής, Μένοντας Πιστός στις Αξίες του
Ο Redford έζησε αποτραβηγμένος σε ράντσο στη Γιούτα, επιλέγοντας έναν φυσικό και αυθεντικό τρόπο ζωής, στέλνοντας μήνυμα ισορροπίας και νηφαλιότητας. Δεν πρόδωσε τον εαυτό του και τις πεποιθήσεις του, είτε αφορούσαν την πολιτική, είτε την ηθική, είτε την τέχνη.
«Έφυγε ένα από τα λιοντάρια», είπε η Meryl Streep, «ένας θαυμάσιος άνθρωπος που ενσάρκωνε μια Αμερική για την οποία εμείς πρέπει να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε», ανέφερε η Jane Fonda.
Ίσως γιατί ο Robert Redford δεν «δήλωνε» μόνο καλλιτέχνης και ακτιβιστής, αλλά και στάση ζωής.
Διαβάστε επίσης στην αθηΝΕΑ:
Ο James, ο Μισισιπής και το Αδιέξοδο του «Να Μείνω ή Να Φύγω»