Ο Αιμιλιανός Σταματάκης διαγράφει μια όμορφη πορεία στο θέατρο και έχει όλα τα φόντα να πρωταγωνιστεί για χρόνια. Φιλικός, προσιτός και με όμορφο λόγο, διέθεσε λίγο από τον χρόνο του για να μιλήσουμε σχετικά με την παράσταση «Ζορμπάς» και τον ρόλο του ως «συγγραφέα», τον Νίκο Καζαντζάκη δηλαδή, λίγη ώρα μετά τη συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε, παρουσία όλων των συντελεστών, στο «Θέατρον» του Ελληνικού Κόσμου, στην οδό Πειραιώς. Η αγάπη με την οποία παρουσίασε την παράσταση με έκανε να σπεύσω να κλείσω θέση και αύξησε την προσμονή μου.
Αιμιλιανέ, είχε ενδιαφέρον ότι στη συνέντευξη Τύπου είπες ότι δεν είχες διαβάσει τον «Ζορμπά». Πες μου για αυτή την πρώτη επαφή με ένα εμβληματικό, αλλά άγνωστο σε εσένα έργο.
Είχα διαβάσει την «Ασκητική», τον «Καπετάν Μιχάλη», αλλά όχι αυτό το κείμενο. Διαφωνώ γενικά με τα «πρέπει» στην ανάγνωση βιβλίων. Σχετίζεται, αν θες, και με την ελευθερία του λόγου και με το ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε να λέμε την αλήθεια.
Νομίζω ότι υπήρξαν πολλές γενιές βιβλιόφιλων που ήταν «υποχρεωμένες» να έχουν διαβάσει συγκεκριμένα βιβλία και συγγραφείς. Εσύ, ως πιο νέος, είσαι πλέον εκπρόσωπος μιας άλλης λογικής.
Είμαι εκπρόσωπος του ρεαλισμού ότι δεν γίνεται να έχεις διαβάσει τα πάντα! Δεν γίνεται να έχεις διαβάσει και Πλάτωνα και Αριστοτέλη και Melville και Joyce. Επίσης, πλέον μπορώ να πω, χαριτολογώντας, ότι «πολύ λίγοι το έχουν διαβάσει όσες φορές το έχω διαβάσει εγώ».
Αυτή η πρώτη επαφή με τον «Ζορμπά», λοιπόν, σε συνεπήρε;
Ακριβώς επειδή είχα στο μυαλό μου ότι είναι folklore το συγκεκριμένο έργο, ενώ θεωρούσα πάντα τον Καζαντζακη ογκόλιθο. Είχα ένα «κράτημα», αλλά από τότε που μου είπε ο Γιάννης Κακλέας «διάβασέ το και μιλάμε μετά», δεν μπορώ να μετρήσω τις φορές που ανατρίχιασα με το έργο αυτό και φυσικά με τις ιδέες που αποτυπώνει.
Το γεγονός ότι ένας άνθρωπος, Χριστιανός στο θρήσκευμα, σε μια Κρήτη που ακόμα είχε μουσουλμανικά έθιμα, να έχει σπουδάσει με Καθολικούς και να έχει εντρυφήσει στη φιλοσοφία του βουδισμού. Αλλά και να φτιάχνει έναν Διόνυσο, ο οποίος έρχεται και του τα καταρρίπτει όλα. Είναι μια σπουδαία πνευματική πράξη για να πεις στους ανθρώπους «Εδώ και τώρα ζούμε», που σου λέει «Αυτή είναι η ζωή και δεν θα έχεις άλλη ευκαιρία».
Σκέφτομαι ότι στον ρόλο σου εκφράζεις τη λογική, είσαι ο φρόνιμος, ενόσω ο Ζορμπάς εκφράζει το συναίσθημα. Όχι, όμως, ως μελό, αλλά εκείνο το έντονο συναίσθημα που λέει «Ζήσε»!
Ακριβώς. Ο ίδιος λέει «τον άκουγα να χλιμιντρίζει και να χτυπάει τα πόδια του και τις παλάμες του και να μου λέει “σήκω χόρεψε” και εγώ, φρόνιμος, καθόμουν στη γωνιά μου και δεν τολμούσα». Άλλο το συναίσθημα και άλλο η ορμή, να ζήσεις, να μυρίσεις, να γελάσεις, να πιεις.
Η χημεία με τον Γιάννη Στάνκογλου; Το ρωτάω γιατί, ερμηνεύοντας εκείνος τον Ζορμπά, είστε πολλή ώρα μαζί στη σκηνή.
Από την πρώτη στιγμή ένιωσα ότι κοιταζόμαστε και καταλαβαινόμαστε. Έχουμε πολύ ωραία χημεία και κατανόηση και περιμένω με χαρά να βγούμε στη σκηνή.
Ποιος από τους υπόλοιπους ρόλους σου άρεσε, να τον χαζεύεις, να τον ζηλεύεις με την καλή έννοια;
Υπήρχαν ρόλοι που ο Καζαντζάκης δεν φώτισε τόσο πολύ. Πάνω, όμως, στη σκηνή ο ηθοποιός πρέπει να αποδώσει κάπως τον κόσμο που του έχει φτιάξει ο συγγραφέας. Ο ένας ρόλος είναι η «Χήρα», που παίζει η Ηλιάνα. Εκεί ο Καζαντζάκης αφήνει ένα κενό. Για παράδειγμα, στη σκηνή που συναντιέται ερωτικά με τον συγγραφέα, ο Καζαντζάκης ιδιοφυώς κάνει ένα black out. Δεν μας περιγράφει τη σκηνή. Δεν χρειαζόταν. Όλα ήταν σαν να ειπώθηκαν. Αυτό έχει μια τρομερή δύναμη, αλλά πάνω στη σκηνή θελήσαμε να φανταστούμε τι δεν έγραψε ο συγγραφέας. Ακόμα, μου αρέσει ο «Μαυραντώνης», που παίζει ο Ιβάν. Στο βιβλίο είναι ένας πολύ πατριαρχικός τύπος, άντρας που ηγείται, είναι σκληρός και μουντός. Με τον Ιβάν έχω δουλέψει αρκετά, και ο ίδιος μπορεί να σου μεταφέρει τη «μυρωδιά» αυτής της εποχής χωρίς να την έχει ζήσει.
Σε δυσκόλεψε κάτι στις πρόβες ή μπορείς να μας διηγηθείς κάτι ξεχωριστό που συνέβη;
Ήταν ανατριχιαστική η σκηνή με το συρτάκι. Στην αρχή λέγαμε όλοι «το έχουμε ακούσει τόσες φορές», αλλά όταν άρχισε ο Βάιος να το παίζει με ένα λαούτο, που έχει ιδιαίτερο και πολύ «κρητικό» ήχο, όλοι μας κοιταζόμασταν και λέγαμε «δεν γίνεται να μη σηκωθείς και να μη σε παρασύρει». Κάπου μέσα μας, στις ρίζες μας, υπάρχουν αυτοί οι ήχοι και μας συνεπαίρνουν.
Εσύ είχες να διαβάσεις το πρωτότυπο, μετά να πιάσεις το προσαρμοσμένο θεατρικό κείμενο και τελικά να το φέρεις επί σκηνής. Ήταν δύσκολη διαδικασία;
Είχε τις δυσκολίες της, γιατί έπρεπε να βγω από το κείμενο, να τον φέρω στη σκηνή. Πώς περπατάει, πώς σκέφτεται, πώς κινείται. Έπρεπε να τον σωματοποιήσω και αυτό έγινε όπως εγώ τον φαντάζομαι.
Τα σχέδιά σου για το μέλλον, αλλά και πού σε βρίσκουμε παράλληλα αυτό τον καιρό;
Παράλληλα παίζω και στον «Γλυκάνισο» στον ΣΚΑΪ. Τώρα για το μέλλον… επειδή κάνω 15 ώρες πρόβα, τα σχέδιό μου είναι να κοιμηθώ (γέλια). Βλέπω αισιόδοξα το μέλλον πάντως.
Θα σας δούμε, λοιπόν, από τις 19 Οκτωβρίου…
Ναι, και η ευχή μας είναι αυτό το έργο να παιχτεί στο εξωτερικό. Είναι επιθυμία μας, αν και δύσκολο.
Σε ευχαριστώ και καλή επιτυχία!
Εγώ ευχαριστώ!
Διαβάστε ακόμα στην αθηΝΕΑ:
Ο Θρυλικός «Ζορμπάς» Ζωντανεύει στη Σκηνή του «Ελληνικού Κόσμου»